Δημοσιεύτηκε στον Πόθο, τ.12, Μάιος 1997
Το βιβλίο σας «Μητροκτονία» απομακρύνεται από τα καθιερωμένα μοτίβα του ομοφυλόφιλου στη λογοτεχνία. Πρόκειται για μια δική σας αλλαγή, για μια γενικότερη ωρίμανση ή κάτι άλλο;
Δεν ξέρω ακριβώς για τη λογοτεχνία, πάντως στη ζωή πολλοί ομοφυλόφιλοι έχουν ιδιαίτερη σχέση με τη μάνα τους, συνήθως σχέση παθολογικής αγάπης, εξάρτησης, αλλά και βαθύτατου μίσους. Δεν μ’ ενδιέφερε να το ερμηνεύσω, όσο να καταδείξω τι περίπου συμβαίνει ανάμεσα σ’ αυτό το αρχετυπικό ζεύγος, όταν μάλιστα ο γιος καταλαβαίνει από νωρίς τη σεξουαλική ιδιαιτερότητα του και είναι αναγκασμένος να αντιμετωπίσει, εκτός από τις δικές του αγωνίες, μια μάνα που κατακρίνει και που ουσιαστικά λειτουργεί ως εκπρόσωπος της κοινωνίας. Πιθανόν να ακούγεται κοινότοπο όπως το είπα, πάντως η «Μητροκτονία» δεν περιορίζεται, ελπίζω, στο να αντιπαραθέτει απλώς δυο κόσμους παράλληλους και μη εφαπτόμενους, δεν είναι μανιφέστο υπέρ ή κατά, κι απ’ ό,τι λένε μέχρι τώρα αναγνώστες, το ζοφερό κλίμα του βιβλίου σπάει συχνά από ικανές δόσεις ιδιότυπου χιούμορ. Αν μ’ αυτά απαντάω στα περί ωρίμανσης ή κάτι άλλου, δεν ξέρω. Ας κρίνουν όσοι το διαβάσουν.
Νομίζω ότι αυτή η σχέση με τη μάνα που έχουν οι περισσότεροι ομοφυλόφιλοι είναι απόρροια της ομοφυλοφιλίας, παρά η ομοφυλοφιλία απόρροια της σχέσης με τη μάνα τους.
Δεν υποστηρίζω ότι μια μάνα, όσο καταπιεστική, υστερική, ανίδεη κι αν είναι μπορεί να οδηγήσει το παιδί της στην ομοφυλοφιλία. Απεναντίας, πιστεύω ότι είναι βιολογικό φαινόμενο, δηλαδή γεννιέσαι ομοφυλόφιλος και σπάνια γίνεσαι «καθ’ οδόν». Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις των αγοριών που γλυκαίνονται όταν έχουν πια μεγαλώσει και στρέφονται προς την ομοφυλοφιλία. Και πάλι, τις περισσότερες φορές, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όχι κατ’ αποκλειστικότητα.
Δεν υπάρχει δηλαδή περίπτωση να έχουν γλυκαθεί από μικροί;
Φαντάζομαι πως όλοι λίγο πολύ γλυκαίνονται, όταν παίζουν, λόγου χάρη τους γιατρούς. Εγώ, ας πούμε, έκανα το γιατρό και πήδαγα τον ξάδερφό μου, φοβόταν μήπως μείνει έγκυος, αλλά δεν έγινε ομοφυλόφιλος το παιδί.
Κάποιοι δεν θέλουν να θεωρούν την ομοφυλοφιλία σαν κάτι φυσιολογικό, γιατί αλλιώς θα άρχιζαν να ψάχνονται. Γι’ αυτό μήπως τοποθετούν την ομοφυλοφιλία σε ουτοπικά πλαίσια;
Δεν συμφωνώ με τις προσπάθειες ορισμένων να αναγάγουν την ομοφυλοφιλία σε καλύτερο τρόπο ζωής, ντε και καλά. Όμως κι αυτοί που την εξιδανικεύουν και πλάθουν με τη φαντασία τους αρχαιοελληνικού τύπου σχέσεις, το κάνουν από δειλία να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα – και συχνά δυστυχούν. Δεν μιλάω για τους αρνητές. Μ’ ενδιαφέρουν περισσότερο όσοι, ενώ έχουν τις προδιαγραφές, δεν τολμούν να δρασκελίσουν εκείνη τη λεπτή αλλά ουσιαστική διαχωριστική γραμμή, και από παρατηρητές να γίνουν συμμέτοχοι… Ξέρεις πόσο τσαντίζομαι όταν σκέφτομαι τα χιλιάδες χαρά θεού αντράκια που έχουν μήνες ή και χρόνια να πηδήξουν γκόμενα και δεν καταδέχονται να δώσουν έστω και μια πίπα στους εκατοντάδες πούστηδες που περνάνε από δίπλα τους και δηλώνουν την επιθυμία τους; Κατά βάθος, μάλλον φοβούνται ότι θα τους αρέσει, γιατί είναι εύκολο, ανώδυνο, καυλωτικό και θα του μείνει χούι. Το πρόβλημα όμως είναι με τους ομοφυλόφιλους που αντιπαραθέτουν έναν άλλο κόσμο στον κόσμο των μη μυημένων. Ε, δε χρειάζεται να είσαι μυημένος για να πέσεις στο κρεβάτι με τον ομόφυλό σου! Απ’ την άλλη, όσο αντιφατικό και να ακούγεται, πιστεύω ότι η ομοφυλοφιλία πρέπει να είναι και λίγο πολυτέλεια, πρέπει δηλαδή να τη διεκδικείς, πρέπει να την κατακτάς, πρέπει να βρίσκεσαι και λίγο διχασμένος, αν θες και ριγμένος, ως ομοφυλόφιλος. Στο κάτω κάτω, αυτή τη δύναμη έχει η ομοφυλοφιλία, να δοκιμάζει την ετοιμότητά σου, να σε κρατάει διαρκώς σε εγρήγορση, αλλιώς καταλήγει σε μια εύκολη περιπέτεια αναζήτησης και εναλλαγής συντρόφων.
Ποια είναι η γνώμη σας για τη «στρατευμένη», «συνειδητοποιημένη» ή «καθαρή» ομοφυλοφιλική τέχνη; Πώς θα αξιολογούσατε τις απόπειρες τέτοιου είδους που έγιναν στο παρελθόν στην Ελλάδα; Είσαστε κι εσείς μέρος του κινήματος;
Κίνημα σε σχέση με την τέχνη δεν νομίζω να υπήρξε στην Ελλάδα. Υπήρξαν κάποιες σποραδικές, σε ατομικό κυρίως επίπεδο, περιπτώσεις ανθρώπων που γράψανε, που ίσως έκαναν σινεμά, που ζωγραφίσανε, ανθρώπων που έκαναν θέατρο, ανέβασαν δηλαδή ομοφυλόφιλα έργα. Μέλος και μέρος αυτού του κινήματος συνειδητά δεν υπήρξα ποτέ. Άλλωστε αυτό το κίνημα «ξέφτισε» πολύ γρήγορα στην Ελλάδα. Δεν είχε τη συνέχεια εκείνη για να το διαφοροποιήσει και να το εντάξει μέσα στις επιθυμίες των ανθρώπων, να γίνει μια κατάσταση τέτοια, μετεξελιγμένη βέβαια, για να πιάσει πλατύτερο κόσμο, να καταπιαστεί με γενικότερα θέματα και με το στοιχείο της ομοφυλοφιλίας μέσα, αλλά όχι έτσι «μονόχνωτα», μονοδιάστατα ομοφυλοφιλικό. Όσο για μένα, αισθανόμουν πάντα άβολα με οτιδήποτε στρατευμένο, είτε από «αιρετική» διάθεση, είτε από άγνοια των διαδικασιών που απαιτεί μια συλλογική προσπάθεια.
Ο Ανδρέας Αγγελάκης ανήκε στη στρατευμένη ομοφυλοφιλική τέχνη, όπως είπαν άλλοι. Ο Χριστιανόπουλος, για παράδειγμα, είπε ότι ο Αγγελάκης ήταν ο γκέι συγγραφέας της Ελλάδας που προσπάθησε να φέρει κάτι άλλο το οποίο δεν ρίζωσε εδώ πέρα.
Μόνο που ο Αγγελάκης, αμερικανοποίησε κάπως το ομοφυλοφιλικό του αίσθημα, πράγμα που δεν συνέβη με το Χριστιανόπουλο, γι’ αυτό κι ο δεύτερος έχει διάρκεια και οι αναφορές του μας αγγίζουν περισσότερο. Εξάλλου ο Αγγελάκης είχα πάντοτε την εντύπωση πως στην ερωτική του ζωή τουλάχιστον, αντέγραφε τρόπους ξένους προς την ψυχοσύνθεσή του. Ήταν μάλιστα παντρεμένος και με παιδί, κάτι που αντίκειται στα αμερικάνικα γκέι πρότυπα.
Αυτό που είπες για το βιολογικό και το επιλογής τέλος πάντων σε σχέση με τη λογοτεχνία… Ας πούμε, στο εξωτερικό υπάρχει μια λογοτεχνία, η οποία ανθίζει τώρα, και είναι, λίγο πολύ, από γκέι για τους γκέι, δηλαδή κάποιες ανάγκες δικές τους, παράλληλα με το βιολογικό. Δηλαδή εμείς είμαστε διαφορετικοί, άρα κάποιοι πρέπει να γράψουν τα κατάλληλα για μας να διαβάσουμε.
Στο εξωτερικό και ιδίως στην Αμερική, υπάρχουν έτσι κι αλλιώς τόσο «αυτονομημένοι» τομείς από λεσβίες, γκέι, μαζοχιστές, αμφιφυλόφιλους, κινέζους, μαύρους… Για να έχεις μια οντότητα εκεί πρέπει να κολλήσεις ταμπελίτσα, κάπου να ανήκεις. Αλλιώς ούτε αναγνώρισης δικαιούσαι, ούτε ένα κομμάτι στην πίτα της δημοσιότητας. Δεν φτουρίσανε αυτά εδώ. Στην Ελλάδα έτσι κι αλλιώς είμαστε όλοι εν δυνάμει γκέι.
Αυτό που είπες, ότι όλοι το δοκιμάζουνε και λίγο πολύ το κάνουνε, έρχεται σε κάποια αντίθεση μ’ εκείνο που είπες σε σχέση με το βιολογικό.
Διαφέρει πολύ το ένα από το άλλο, δεν νομίζεις κι εσύ; Άλλο το να είσαι, να το δηλώνεις θέλοντας και μη επειδή σου φαίνεται, κι άλλο να το ορέγεσαι και να το δοκιμάζεις πού και πού. Γιατί για αρκετούς είναι ορντέβρ η ομοφυλοφιλία. Πάνε δηλαδή και δίνουν μια πίπα ή παίρνουν μια πίπα, που είναι και το συνηθέστερο φαινόμενο, κι ύστερα τρέχουν στη γυναίκα τους να την πηδήξουν με μεγαλύτερη καύλα.
Ο Έλληνας δεν είναι πιο αληθινός σ’ αυτό που κάνει σε σχέση με έναν ακτιβιστή γκέι της Ευρώπης ή της Αμερικής;
Είναι πιο αληθινός ως προς την πρακτική, ενεργοποιεί δηλαδή ευκολότερα το ομοφυλοφιλικό μέρος του εαυτού του, αλλά είναι πολύ ψεύτης, πολύ υποκριτής για να υποστηρίξει κάποια στιγμή αυτό που κάνει στα μουλωχτά, και βρίζει κι από πάνω τους «παλιόπουστες».
Ποια είναι η εικόνα του απελευθερωμένου ομοφυλόφιλου για σας;
Αυτό που δεν φέρει σφραγίδα, ο μη πατενταρισμένος ομοφυλόφιλος, ο λάθρα βιώσας. Και έτσι, ύπουλα, να προσπαθεί να ανηθικοποιήσει την κοινωνία, όπως έλεγε ο Όσκαρ Ουάιλντ. Να την ομοφυλοφιλοποιήσει, θα το παράλλαζα εγώ.
Αυτή η «υπουλοσύνη» έρχεται σε αντίθεση με την έννοια του οργανωμένου γκέι κινήματος, έτσι δεν είναι;
Ασφαλώς, γι’ αυτό και μιλάω για ατομικές περιπτώσεις, για ελεύθερους σκοπευτές. Το οργανωμένο γκέι απωθεί τον περισσότερο κόσμο, αν και χρησιμεύει για την ενδεχόμενη στήριξη κάποιων νέων ανθρώπων που αναζητούν παρηγοριά και επιβεβαίωση γι’ αυτό που είναι.
Τα ομοφυλοφιλικά ιδεώδη που ενοχλούνται από τη δική σας στάση και τον τρόπο που εκφράζεστε γενικώς ποια είναι;
Υποθέτω ότι δεν γίνομαι αρεστός γιατί κατά βάθος δεν είμαι γκέι. Ή τουλάχιστον δεν ανέχομαι να τσουβαλιάζομαι με ό,τι χαρακτηρίζει τους γκέι – από εμφάνιση έως νοοτροπία και συμπεριφορά. Νιώθω πολύ διαφορετικός μέσα στη διαφορετικότητά μου.
Θα έλεγα ότι αυτό που ενδεχομένως ενοχλεί κάποιον ομοφυλόφιλο αναγνώστη των βιβλίων σας είναι που μέσα του λέει, ας κάτσω λίγο πιο φρόνιμα, να μην είμαστε τόσο έξαλλοι, τόσο πρόστυχοι, γιατί οι άλλοι δεν θα μας αποδεχτούν. Να μη φωνάζουμε τόσο πολύ.
Δεν είναι η εξαλλοσύνη ή η προστυχιά μόνο. Γίνομαι κι εγώ έξαλλος και πρόστυχος αρκετές φορές, προκειμένου να σοκάρω ή να ωφεληθώ. Με απογοητεύει ο μονόδρομος που επιλέγουν πολλοί γκέι για να σηκώσουν το λάβαρο της ομοφυλοφιλίας, χωρίς να υπάρχουν βαθύτερα μέσα τους, κι αυτό τους στερεί από τη γνώση που θα μπορούσαν να έχουν για τους άλλους. Γι’ αυτό λοιπόν και άσκησα κριτική στην τρέχουσα ομοφυλοφιλική νοοτροπία και στα τέσσερα βιβλία μου, όμως τα βέλη ήταν στραμμένα μονίμως απέναντι σε εμένα πρώτα.
Προηγουμένως ανέφερες τον Όσκαρ Ουάιλντ. Ο αισθητισμός υπήρξε το σήμα κατατεθέν μια γκέι μορφωμένης ελίτ. Ισχύει ακόμα η άποψη ότι οι ομοφυλόφιλοι μοιράζονται σε κάποιο βαθμό μια κοινή αισθητική ή ακόμα ότι τους χαρακτηρίζει ένα ιδιαίτερο χιούμορ, μια αίσθηση του γελοίου;
Ίσχυε κάποτε ο αισθητισμός και δεν νομίζω ότι συμβαίνει το ίδιο σήμερα. Άλλωστε χρεοκόπησε γιατί παραήταν γραφικά όλα αυτά. Ο Προυστ να κυκλοφορεί με τις γούνες, ο Ουάιλντ σαν κυρία με τα καμέλιας, κι ο δικός μας ο Λαπαθιώτης σαν ξωτικό του Μενιδίου… Εξεζητημένα πράγματα, αλλά οι καημένοι δεν ήξερα τι άλλο να κάνουν για να φανούν διαφορετικοί. Βέβαια κατάφερναν να φέρουν σε αμηχανία την κοινωνία κι αυτό ήταν κάτι. Πολλών τα έργα όμως δεν άντεξαν στο χρόνο, κι αν επανέρχονται, είναι για «μουσειακούς» λόγους. Θα συμφωνούσα ότι οι γκέι διακρίνονται για το ιδιαίτερο χιούμορ τους, το μπλακ ή και το διεστραμμένο χιούμορ τους, που μερικές φορές βγαίνει από μια βαθιά πίκρα, από ταλαιπωρία και βάσανο. Όταν μάλιστα αυτοσαρκάζονται, γίνονται καλύτεροι.
Το πρώτο σας βιβλίο είχε τίτλο «Το Πάρκο» κι από τότε που εκδόθηκε πέρασαν δεκαέξι χρόνια. Τι έχει αλλάξει στο μεταξύ σ’ αυτούς τους χώρους;
Οι ίδιοι οι χώροι. Στη Θεσσαλονίκη ειδικά, μόνο κατ’ ευφημισμόν μπορούμε να μιλάμε για πάρκα. Τα έκαναν διάφανα οι δήμαρχοι για να προστατέψουν από προσβολές τη δημόσια αιδώ. σ’ όλες τις μεγάλες πόλεις προνοούν να υπάρχουν τόποι για κάθε χρήση: το πρωί να πηγαίνουν οι μαμάδες τα παιδάκια τους, νωρίς το βράδυ να βρίσκονται εκεί τα ζευγαράκια και αργά το βράδυ ως τα ξημερώματα να ψωνίζονται οι ομοφυλόφιλοι. Εδώ κοντεύω να συμπονέσω τα ετεροφυλόφιλα ζευγαράκια που δεν έχουν τόπο να χαμουρευτούν και λέω μέσα μου, κομμάτια να γίνει ο παλιός ζωολογικός κήπος που τον κατάντησαν έτσι, αφού βρίσκουν μια όαση εκεί τα σχολιαρόπαιδα και οι άστεγοι ρομαντικοί.
Και οι γκέι δεν σε απασχολούν;
Από τους γκέι που συχνάζουν στα πάρκα και τα πάρκινγκ θα περίμενα κάτι πιο εξτρεμιστικό, μια διαμαρτυρία οργανωμένη, να περιφέρονται, λόγου χάρη, κατά ομάδες, μια φορά την εβδομάδα έστω, και μόλις βλέπουν αστυνομία να ζητάει στοιχεία, να μαζεύονται όλοι γύρω απ’ τα περιπολικά, να δημιουργούν τότε επεισόδια, και όχι να το βάζουν στα πόδια, αφήνοντας πίσω κάποιους φουκαράδες που παρακαλάν ν’ ανοίξει η γη και να τους καταπιεί. Αλλά οι γκέι – όπως κι όλοι – είναι ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο δικός μας κώλος. Άλλοτε πάλι μου θυμίζουν τις συμμορίες των παλιών τσολιών, μόνο που δεν επιτίθενται, αλλά κράζουν και εμποδίζουν τη μοναχικότητα. Και η μοναχικότητα είναι ένας τρόπος για να οσμίζεσαι καλύτερα τον άλλον στην ερωτική προσέγγιση. Αυτές οι αδελφές κάνουν ό,τι μπορούν για να χαλάσουν την ψευδαίσθηση του περιστασιακού και του τυχαίου.
Αυτή η μανία πάντως με τα πάρκα να ανοίγονται τόσο πολύ, οι θάμνοι να καταστρέφονται εδώ στη Θεσσαλονίκη, ενώ αντίθετα στην Αθήνα πηγαίνεις στο Ζάππειο, στο Πεδίον του Άρεως και χαίρεσαι αυτά τα πάρκα, που όντας θαμνώδη, προσφέρονται για όλους τους ανθρώπους. Δε νομίζω ότι το πάρκο, εκεί που ήταν παλιότερα ο ζωολογικός κήπος, να έγινε καλύτερο. Το να ξηλώνουμε τη φύση δεν βελτιώνει την ποιότητα ζωής.
Αυτό δείχνει ότι εδώ στη Θεσσαλονίκη (αλλά και στην Αθήνα, τελευταία, τά ’καναν μαντάρα), είμαστε στο έλεος απολίτιστων ανθρώπων που μόνο καλλωπιστικά και… κραμπολάχανα ξέρουν να σπέρνουν παντού. Τα δέντρα και οι θάμνοι, από τότε που ψυλλιάστηκαν οι υπηρεσίες του δήμου τι μπορεί να κρύβουν, τέθηκαν υπό παρακολούθηση ή ξεριζώθηκαν. Αλλά, οι χοντροκέφαλοι, λίγο πιο πονηροί να ήταν θα τους έκοφτε ότι, όταν οι πάσης φύσεως αρχές γνωρίζουν ακριβώς τα στέκια των γκέι, είναι πιο διευκολυντικό να τους συλλάβουν για έλεγχο σε ενδεχόμενες δολοφονίες, κακοποιήσεις, κλοπές, κλπ. Τώρα, το «κακό» διασπείρεται σ’ ολόκληρη την πόλη.
Οι μπάτσοι δηλαδή μαζεύουν τους ομοφυλόφιλους από τα πάρκα κάθε φορά για φόνους;
Όχι, βέβαια. Θέλω όμως να πω πως στην ακραία περίπτωση που συμβεί ένας φόνος, το πάρκο – όταν είναι κανονικό πάρκο και όχι σι θρου – αποτελεί τον ενδεδειγμένο χώρο για να επέμβει η αστυνομία και να μαζέψει υπόπτους. Κι εδώ θυμάμαι μια εποχή που είχα στείλει γράμμα στον Ανδρέα Παπανδρέου καταγγέλλοντας τα υπαίθρια πογκρόμ της αστυνομίας εναντίον μας και μου απάντησε, ο Λιβάνης νομίζω, ότι στάλθηκε στην ασφάλεια Θεσσαλονίκης έγγραφο να ερευνήσουν την καταγγελία. ένα πρωί λοιπόν μου τηλεφωνούν από τη Βαλαωρίτου να περάσω για υπόθεσή μου. Με δέχτηκε στο γραφείο του ο διοικητής κι ευγενικά μου λέει: «Κύριε Παλαμιώτη, αντί να στέλνετε γράμματα στον πρωθυπουργό γιατί δεν έρχεστε εδώ να κουβεντιάσουμε το θέμα;» Κι ανοίγει συγχρόνως ένα φάκελο, όπου ήταν καταγραμμένες λεπτομερώς οι ημερομηνίες και τα σημεία που κατά καιρούς μου είχαν ζητήσει οι μπάτσοι τα στοιχεία μου. Συνέχισε να λέει κάτι για το Aids κι ότι τα όργανα μάς προστατεύουν, αλλά τον έβαλα στη θέση του. Αργότερα με αφορμή το κάψιμο των φακέλων των αριστερών, ο Βότσης δημοσίευσε στην «Ελευθεροτυπία» επιστολή μου, με την οποία ζητούσα να καούν και οι φάκελοι των ομοφυλόφιλων. Στην Αθήνα εξάλλου, μήνυσα αστυνομικό γιατί με χαστούκισε, έστειλα πάλι επιστολές, απάντησε ο τότε διευθυντής της Αστυνομίας, με αποτέλεσμα να με παρακαλέσει ο διοικητής του Τμήματος Ομονοίας να αποσύρω τη μήνυση, ενώ όση ώρα μου μιλούσε ήταν καρφωμένος στο «πακέτο» μου.
Θεωρείς λοιπόν ότι δουλειά των γκέι ομάδων είναι να ασχολούνται με τέτοια θέματα;
Θεωρώ ότι ένας οργανωμένος βομβαρδισμός από επώνυμες καταγγελίες, επισημάνσεις και προτάσεις στα μεγάλης κυκλοφορίας έντυπα αποτελεί μια πρώτη καλή τακτική γκέι ομάδας. Είναι σαν να λέτε, είμαστε εδώ, διεκδικούμε και για πολλά θεωρούμε διεστραμμένους όσους μας θεωρούν διεστραμμένους. Θα μπορούσατε ακόμα σαν «Πόθος» να επιμένετε να αποκτήσει η πόλη της 24ωρης βόλτα δημόσια ουρητήρια – το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Αρχίζοντας από τα μικρότερης σημασίας θέματα, θα φτάνατε έτσι ως τη διαμαρτυρία για την καθαίρεση ενός αστυνομικού ή τη δυσμενή μετάθεση ενός δικαστή, μόνο και μόνο επειδή είναι γκέι.
Από τη Νομαρχιακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση τι περιμένετε;
Απολύτως τίποτα. Από τους πολίτες περίμενα πολλά, όμως στη Θεσσαλονίκη οι άνθρωποι μόλις άρχισαν να ξυπνάνε, ίσως γιατί τα ΜΜΕ βρίσκονται συγκεντρωμένα στην Αθήνα κι ο έλεγχος ασκείται από εκεί.
Νιώθεις καμιά φορά αυτή τη νοσταλγία, τη λύπη ή τον εκνευρισμό που νιώθουν μερικοί για όσα έζησαν κάποτε;
Για τις πιάτσες που χάθηκαν, για τα τεκνά που έκαναν σαν τρελά να γαμήσουν αδελφές… Γοητευτικές ιστορίες και εποχές, όπως τότε στην παλιά «Στάσα» – όχι την αρχική στη Σταυρούπολη, την ενδιάμεση με το γεφυράκι – που φλέρταρα ένα φανταράκι στο απέναντι τραπέζι και κάποια στιγμή με φώναξε στην παρέα του κι εγώ πήγα, όμως δεν κάθισα στην καρέκλα αλλά δίπλα του σχεδόν γονατιστός, και σκύβει ξαφνικά αυτός και μου δίνει ένα φιλί ατέλειωτο μπροστά στ’ άλλα φαντάρια. Μου κόπηκε η ανάσα, ντράπηκα, να φανταστείς, πιο πολύ εγώ – συναρπαστική αίσθηση. Μετράει πού για μένα να γίνονται έτσι τα πράγματα. Πάντως, αλήθεια, δε νιώθω σπουδαία νοσταλγία για κείνες τις εποχές. Προσαρμόστηκα εύκολα, μ’ αρέσει το σώμα του ομοφυλόφιλου γιατί είναι πολυπρισματικό, κι επιπλέον δεν απαιτεί ταπεινωτικές διαδικασίες μέχρι να το τουμπάρεις. Αρκετοί γκέι, ιδίως κάποιας ηλικίας, ακόμα δεν συμβιβάστηκαν με την ιδέα να κάνουν έρωτα με γκέι, ψάχνουν το καθαρόαιμο αρσενικό, και δεν είναι πάντα πολύ κακό αυτό, αρκεί να καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για αυταπάτη όταν δήθεν το ανακαλύπτουν.
Πριν μερικά χρόνια είχατε έντονη παρουσία μέσα από την εκδοτική προσπάθεια της ομάδας «Κράξιμο».
Η Πάολα ήταν το «Κράξιμο», ήμουν και παραμένω φίλος της, έγραφα συχνά στο περιοδικό της κι έδινα επίσης καμιά γνώμη. Δεν είχα την ίδια σχέση με το περιοδικό GAY του Βαλλιανάτου κι ας φερόμουν ως μέλος της συντακτικής ομάδας. Πρωτοξεκίνησα όμως τη δημοσίευση κειμένων μου στο «Αμφί», τότε που το διηύθυνε ο αναντικατάστατος Λουκάς Θεοδωρακόπουλος.
Εμείς πάντως, για να επανέλθουμε εν συντομία σε προηγούμενη κουβέντα μας, έχουμε αποφασίσει σαν ομάδα, με τις δυνάμεις που διαθέτουμε, να ασχοληθούμε περισσότερο με την εκδοτική προσπάθεια που λέγεται «Πόθος». Αυτές πιστεύουμε ότι είναι οι δυνατότητές μας. Το να καθίσουμε να παίξουμε ρόλο βουλευτή, νομίζω δεν μας ταιριάζει. Για να παίξεις έναν τέτοιο ρόλο άλλωστε, θα πρέπει να έχεις από πίσω σου ένα κίνημα πολύ μεγάλο. Οπότε ακολουθούμε αυτό το δρόμο, και νομίζω ότι είναι κι ο καλύτερος. Το να στέλνουμε επιστολές μόνο, το κάνουμε κι αυτό, αλλά σε μικρότερο βαθμό.
Δικαίωμά σας είναι να κάνετε ό,τι θέλετε, αν και όσα είπες υποθέτω ότι συμπυκνώνουν τους στόχους της ομάδας μη τυχόν και παρεξηγηθείτε. Αυτή τακτική των ισορροπιών λοιπόν με έκανε να μη θέλω να έχω σχέση με τα κινήματα. Προτιμάω, αν θες να ξέρεις, έναν προικισμένο δικτάτορα, παρά συλλογικά όργανα. Κάποτε εξέδιδα κι εγώ ένα περιοδικάκι από τη Χ.Α.Ν. Καλαμαριάς – από τα πρώτα δωρεάν έντυπα της πόλης. Το σταμάτησα λίγο πριν μου το σταματήσουν για ευνόητους λόγους.
Διάβασα κάπου ότι το κίνημα των γκέι είναι στην ουσία κίνημα διαμαρτυρίας. Δεν πρόκειται δηλαδή να φτάσει παραπέρα, να προτείνει κάτι νέο. Όταν τα πράγματα είναι χαλαρά, όλα είναι εντάξει, όταν όμως σφίγγουν τα πράγματα, αυξάνουν οι διαμαρτυρίες και τα κινήματα.
ΜΑ κίνημα διαμαρτυρίας πρέπει να παραμείνει το κίνημα των γκέι. Για να διατηρείται πάντα ακμαίο και σε εξέλιξη. Τι δηλαδή; Να ζητάμε γάμους, υιοθεσίες και τέτοιες γελοιότητες; Όποιο θέλουν να συζήσουν, ας το κάνουν… αστεφάνωτοι. Θα βρουν τρόπο να υιοθετήσουν και παιδί να το θέλουν πολύ. Μόδα είναι η ομοφυλοφιλία να προτείνει κάτι νέο. Μη σώσει και γίνει αποδεκτή! Ξέρεις πόσο αναζωογονητικό είναι να παλεύεις συνεχώς; Γιατί νομίζεις παρατάθηκε η νεότητά μου;
Δεν χρειαζόμαστε κάποιες νομοθετικές ρυθμίσεις;
Μόνο σε επίπεδο ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ανεξάρτητα από φύλο και ερωτικές προτιμήσεις. Αλλά στην Ελλάδα δεν πρέπει να ’χουμε μεγάλα παράπονα…
Πιστεύεις ότι οι ομοφυλόφιλοι έχουν κάτι ιδεολογικά κοινό μεταξύ τους;
Τα τελευταία χρόνια, μόνο το Aids. Και εξαιτίας της αρρώστιας έγινε, άλλωστε αποδεκτή κοινωνικά η ύπαρξη των ομοφυλόφιλων. Τα παράδοξα των καιρών: πεθαίνεις και αναγνωρίζουμε ότι υπάρχεις. Τρομοκρατήθηκαν, βέβαια, όλοι γιατί σου λένε κάτι σοβαρό τρέχει. Για να διαδίδεται τόσο πολύ το Aids, για να αρρωσταίνει τόσος κόσμος, ή πολλοί είναι οι ομοφυλόφιλοι, ή μεγάλος αριθμός ετεροφυλόφιλων έχει σεξουαλικές επαφές μαζί τους.
Πιστεύεις ενδόμυχα ότι οι ομοφυλόφιλοι είναι ομάδα υψηλού κινδύνου.
Στην αρχή, αναμφίβολα ήταν η υπ’ αριθμόν ένα ομάδα υψηλού κινδύνου. Γιατί στους γκέι εκδηλώθηκε πρώτα, και λόγω της ακολουθούμενης πρακτικής στις επαφές τους και εξαιτίας των πολλών συντρόφων. Αργότερα, ομάδες υψηλού κινδύνου έγιναν σαφώς όσοι δεν έπαιρναν προφυλάξεις. Τώρα πια η πλάστιγγα γέρνει αλλού… Μ’ ενοχλεί πάντως που πολλοί γκέι από το φόβο τους για το Aids δεν κάνουν καθόλου έρωτα, κατάντησαν φυτά ή προσέχουν σε βαθμό υστερίας. Όπως και να ’χει όμως, οι καινούριες γενιές των ομοφυλόφιλων θα προκύψουν υγιέστερες και ανθεκτικότερες των ετεροφυλόφιλων. Κι αυτό γιατί εξαντλούν όλα τα περιθώρια περί υγιεινής ζωής. Να μου το θυμηθείτε, βλέπω στον κοντινό ορίζοντα μια νέα άρια φυλή αμιγώς ομοφυλόφιλη.
Από το πάρκο στο κενό
…μετά ομοφυλοφιλικών επιδόσεων: στα ουρητήρια