Ένα από τα πιο σημαντικά κείμενα που έχουν γραφτεί πάνω στην ομοφυλοφιλία τα τελευταία χρόνια – αποσπάσματα του οποίου είχε φιλοξενήσει πέρυσι o «Πόθος» — αναδημοσιεύτηκε πρόσφατα ολόκληρο στην Ελλάδα (στο περιοδικό «NPQ»). Επιχειρηματολογώντας στο «ο δε ανήρ να φοβάται τον άνδρα» ο Τζόναθαν Ρόου εξηγεί με έξυπνο και πειστικό τρόπο γιατί η κοινωνία πρέπει να δεχτεί και να υποστηρίξει τον ομοφυλοφιλικό γάμο – και τίποτα λιγότερο από αυτόν. Για να στηρίξει την άποψή του, ξεπερνά τη φορμαλιστική άποψη που θέλει το γάμο, πάνω κάτω, ένα ακόμη είδος νομικού συμβολαίου και εξετάζει την ουσία του. «Η δύναμή του δεν είναι μόνο νομική», γράφει, «αλλά και κοινωνική».
Ένα μικρό δείγμα της κοινωνικής δύναμης του ομοφυλοφιλικού γάμου αναπτύσσεται σε προηγούμενη παράγραφο: «Έστω κι αν δεν είναι παντρεμένοι, οι ομοφυλόφιλοι που ζουν με το σύντροφό τους έχουν σταθερή ερωτική ζωή και σχέσεις που εκτιμούν και υπολογίζουν – συνεπώς είναι λιγότερο έκφυλοι. Αν μπορούσαν να είναι και επίσημα παντρεμένοι, τότε θα υπήρχαν ακόμα περισσότερες επιρροές σταθερότητας. Ένα από τα κύρια πλεονεκτήματα του γάμου είναι ότι ‘δένει’ τα ζευγάρια όχι μόνο στα δικά τους μάτια, αλλά και στα μάτια της κοινωνίας. Γύρω από του δύο συντρόφους πλέκεται ένας ιστός από προσδοκίες. Ότι θα περνούν μαζί τις νύχτες, ότι θα πηγαίνουν μαζί σε πάρτι, ότι θα παίρνουν μαζί στεγαστικά δάνεια, ότι θα αγοράζουν μαζί έπιπλα, και πολλά άλλα – που όλα θα τους βοηθήσουν να είναι ενωμένοι και να παραμένουν σπίτι τους μακριά από τους δρόμους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό είναι πάρα πολύ καλό, ειδικά αν το συγκρίνει κανείς με την περιθωριακή νοοτροπία των ομοφυλόφιλων για σεξ στα κλεφτά, με αναρίθμητους παρτενέρ στα δημόσια λουτρά και πάρκα». Στην εικόνα του σύγχρονου γκέι ζευγαριού, που τόσο γλαφυρά ζωγράφισε ο Ρόου, έρχεται να αντιπαρατεθεί η εικόνα της ηθικής παρακμής και φιληδονίας των πάρκων και άλλων τόπων ψωνίσματος. Η συζήτηση έχει μεταφερθεί πλέον από το νομικό πεδίο και τα ανθρώπινα δικαιώματα στο χώρο της [κατεστημένης] ηθικής.
Ο Πόθος, τ.22, Καλοκαίρι 1999