Το Φθινόπωρο του 1976 κυκλοφόρησε η παρακάτω ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ:
“ΣΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ μας καίγανε δίπλα σε μια μάγισσα, στο όνομα της Χριστιανικής Ηθικής. Οι Ναζί μας κολλούσαν ένα ροζ τρίγωνο στο πέτο και μας έστελναν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο σταλινισμός, αναιρώντας τους φιλελεύθερους νόμους της Οκτωβριανής επανάστασης, μας εκτόπιζε ή μας έκλεινε στα ψυχιατρεία.
ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ οι Έλληνες ομοφυλόφιλοι. Περάσαμε αιώνες καταπίεσης κρυμμένοι και κυνηγημένοι διότι η εκάστοτε ιδεολογία του κοινωνικού συστήματος μας θεωρούσε “διεστραμμένους”, “έκφυλους”, “κοινωνική πληγή”, κλπ. Σήμερα βγαίνουμε ενωμένοι στην επιφάνεια της κοινωνικής ζωής της χώρας μας για να συζητήσουμε μαζί, να καταλάβετε και να καταλάβουμε ότι ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να υπάρχει και να μεταχειρίζεται το σώμα του όπως αυτός νομίζει καλύτερα. Χωρίς την επέμβαση της κοινωνίας που διαχωρίζει αυθαίρετα με ετικέτα τους ρόλους και δίνει στα άτομα ανάλογη τοποθέτηση.
ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ από τη μητριαρχία στην πατριαρχία άρχισε να διαμορφώνεται η σημερινή ανδροκρατική κοινωνία σύμφωνα με τις αξίες που τις απέδιδε ο παραδοσιακά “δημιουργός άνδρας”. Αυτός επέβαλλε τη δική του ιδεολογία και η εξέλιξη μέχρι το σημερινό σύστημα έγινε κάτω από τη δική του εξουσία. Κι έτσι δικτατορικά καθορίστηκαν οι έννοιες “ομαλός”, “ανώμαλος”, αυθαίρετοι ορισμοί, τελείως ξένοι προς την ίδια τη φύση. Στο εγχείρημά του αυτό τον ακολουθεί μια ολόκληρη ορχήστρα από “αντικειμενικές επιστήμες”: ιατρική, κοινωνιολογία, νομική, ψυχιατρική κλπ.
ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ στον αναπτυγμένο καπιταλισμό παύει η επιτακτική ανάγκη για πληθυσμιακή ανάπτυξη που περιόριζε τη σεξουαλικότητα στις γενετήσιες λειτουργίες της. Ο ηθικός πουριτανισμός της άρχουσας ιδεολογίας όμως παραμένει σταθερός στις Μεσαιωνικές του θέσεις, ένας από τους λόγους είναι ο φόβος του παραδοσιακού άντρα να χάσει την απόλυτη κυριαρχία του πάνω στους άλλους.
ΤΟ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜΟΝ ΕΝΑ πρόβλημα των ομοφυλόφιλων σήμερα στην Ελλάδα είναι η συνειδητοποίηση της καταπίεσης που υφίστανται. Και ο βασικότερος τρόπος που λειτουργεια η καταπίεση αυτή είναι ο ανεπίσημος αλλά αποτελεσματικότατος αποκλεισμός τους από το δικαίωμα λόγου:
Ι. Πολλοί κρύβουν την ομοφυλοφιλία τους από τον ίδιο τους τον εαυτό τους.
ΙΙ. Κανείς δεν τολμάει να τη δηλώσει δημόσια, άρα
ΙΙΙ. Κανείς δεν μπορεί να πει ότι καταπιέζεται, να αναλύσει τους τρόπους που καταπιέζεται και ν’ αρχίσει ν’ αγωνίζεται για την απελευθέρωσή του.
ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΜΑΣ για ύπαρξη, αναγνώριση και ισότητα είναι αναμφισβήτητο. Άρχισε να συνειδητοποιείται μέσα μας όταν ήρθανε αντιμέτωποι με το ισχυρό τείχος της μισαλλοδοξίας στα πλαίσια:
1. της οικογένειας 2. του σχολείου 3. των φιλικών σχέσεων 4. των σεξουαλικών σχέσεων 5. της εργασίας 6, και γενικά των κοινωνικών σχέσεων.
ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΟΤΙ μια βαθύτερη απελευθέρωση σημαίνει την κατάργηση “ρόλων” με τους οποίους η κοινωνία εγκλωβίζει τα άτομα. Έτσι, όχι μόνο δημιουργούνται πολίτες Α και Β κατηγορίας, αλλά καλλιεργείται και διαιωνίζεται η φασιστική νοοτροπία στην ευρύτερή της έννοια.
ΖΗΤΟΥΜΕ τη συμπαράσταση κάθε προοδευτικού ατόμου και κάθε προοδευτικής ομάδας, που πιστεύουν στη βαθύτερη απελευθέρωση του ανθρώπου.
Καλούμε κάθε Κόμμα και Πολιτική Νεολαία να πάρει θέση στην υπόθεση “ομοφυλοφιλία”.
Ζητάμε φιλοξενία απ’ όλο τον προοδευτικό ημερήσιο και περιοδικό τύπο.
Απαιτούμε ίση μεταχείριση.
Δεν ανεχόμαστε πια οποιαδήποτε διάκριση μέσα στο κοινωνικό σύνολο που ζούμε.
Σχεδιάζουμε δημόσια συνάντηση και συζήτηση με κάθε προοδευτικό άνθρωπο.
Επιτροπή για την ίδρυση του
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ”
Η επιτροπή αυτή αποτελούνταν από πεντ’ έξι έλληνες φοιτητές του εξωτερικού (Γαλλία, Ιταλία), επικεφαλής της οποίας ήταν ο Αντρέας Βελισσαρόπουλος.
Το νομοσχέδιο “Περί Αφροδισίων”
Η Διακήρυξη αυτή, που τα μέλη της επιτροπής μοίρασαν σ’ εφημερίδες, σε περιοδικά, σε gay bars, κινηματογράφους, ακόμα και στους κεντρικούς δρόμους και πλατείες της πρωτεύουσας, έγινε δεκτή με έκπληξη και περιέργεια για το ασυνήθιστο περιεχόμενό της, συζητήθηκε, σχολιάστηκε ευρύτατα (σε μερικές περιπτώσεις με πολύ ευνοϊκό τρόπο), αλλά παράλληλα αντιμετώπισε και την έντονη αντίδραση, την ειρωνεία και το χλευασμό μεγάλης μερίδας του ημερησίου και περιοδικού τύπου. Η έκπληξη οφειλόταν κυρίως στον συγκροτημένο και επιστημονικό λόγο της Διακήρυξης, καθώς και στις πολιτικές της προεκτάσεις που υπερακόντιζαν τα δοσμένα κομματικά σχήματα, ταυτόχρονα όμως και στο ήθος ή την “εικόνα” των παιδιών που μοίραζαν τη Διακήρυξη. Έχοντας συνηθίσει στις ομοφυλόφιλες καρικατούρες της Επιθεώρησης, του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου και της τηλεόρασης, απ’ όπου, χάρη στους “νόμους της αγοράς” ποτέ δεν λείπουν τα γραφικά αυτά πλάσματα (πολλοί ηθοποιοί – ομοφυλόφιλοι και μη – κάνουν καριέρα υποδυόμενοι κατά καιρούς τέτοιους ρόλους), οι άνθρωποι έβλεπαν ξαφνικά αγόρια να περιφέρονται ανάμεσά τους, χωρίς ν’ ακκίζονται, δηλώνοντας άμεσα και σοβαρά πως είναι ομοφυλόφιλοι, πως δεν ντρέπονται γι’ αυτό και απαιτώντας μάλιστα ίση μεταχείριση και διακαιώματα με τους άλλους πολίτες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε φυσικά ότι βρισκόμαστε στο 1976, δηλαδή δύο μόλις χρόνια μετά τη δικτατορία των Συνταγματαρχών, οι οποίοι, αφού διαγούμισαν την Ελλάδα και κατέστρεψαν την Κύπρο, αναγκάστηκαν να φύγουν κακήν κακώς μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, αφήνοντας πίσω τους, σαν κουτσουλιά, εκτός των άλλων, κι ένα φασιστικό νομοσχέδιο, απόρροια νοσηρών εγκεφάλων, το διαβόητο “Περί της εξ αφροδισίων νοσημάτων προστασίας και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων”, το οποίο προέβλεπε, μεταξύ άλλων, το φακέλωμα των ομοφυλόφιλων, τους απειλούσε με ενός χρόνου φυλάκιση αν τους συνελάμβανε να αναζητούν σύντροφο στους δρόμους και τα πάρκα και τους έστελνε στην εξορία.
Μέσα στην ατμόσφαιρα σχετικής ελευθερίας που δημιούργησε ο σχηματισμός της πρώτης μεταπολιτευτικής κυβέρνησης Καραμανλή, τα μηνύματα του παρισινού Μάη του ’68 που έρχονταν στην Ελλάδα με καθυστέρηση σχεδόν 10 ετών, την έντονη πολιτικοποίηση που εκδηλώθηκε μ’ ένα πλήθος ιδεολογικοπολιτικών εντύπων και βιβλίων, με διοργανώσεις Φεστιβάλ από τις κομματικές νεολαίες, ιδίως τις αριστερές, ο κόσμος που είχε δοκιμάσει στο πετσί του το εφτάχρονο “γύψωμα”, και ιδιαίτερα το πιο προωθημένο τμήμα αυτού του κόσμου, είχε αναπτύξει μια αξιοπρόσεχτη ευαισθησία απέναντι στα θέματα των καταπιεζόμενων μειονοτήτων (ομοφυλόφιλοι, ψυχιατριζόμενοι, φυλακισμένοι, γυναίκες ελευθερίων ηθών κλπ.) που έθεταν τα επονομαζόμενα “κοινωνικά κινήματα” που ξεπήδησαν από το γενικότερο κίνημα Αμφισβήτησης των προηγούμενων δεκαετιών. Χαρακτηριστικό από την άποψη αυτή είναι το γεγονός ότι, μετά τη ίδρυση του ΑΚΟΕ που ακολούθησε τη Διακήρυξη και την ανάληψη από μέρους έπτά (αριθμός 7) υπουργείων της κυβέρνησης Καραμανλή, με επικεφαλής το υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας υπό τον Σπ. Δοξιάδη, επεξεργασίας του επαίσχυντου νομοσχεδίου, οι διαμαρτυρίες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, με συλλογή υπογραφών ανώνυμων και επώνυμων ανθρώπων, με παραστάσεις και διαδηλώσεις μπροστά στα ελληνικά προξενεία από μέρους ομοφυλόφιλων και άλλων οργανώσεων, ήταν τόσες πολλές και έντονες, ώστε ανάγκασαν την κυβέρνηση να δηλώσει ότι θα σεβαστεί τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων, απάλειψε τον όρο “κίναιδοι” με τον οποίο χαρακτήριζε συλλήβδην τους ομοφυλόφιλους αντικαθιστώντας την με τη λέξη “πρόσωπα”, έκανε σημαντικές αλλαγές στα διάφορα άρθρα του, και τελικά το παραμέρισε, κληροδοτώντας το σε μια άλλη κυβέρνηση της Δεξιάς.
Η ίδρυση του Α.Κ.Ο.Ε.
Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να αναφερθούν ορισμένα γεγονότα που προηγήθηκαν της ίδρυσης του ΑΚΟΕ και έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξή του. Πριν η ομάδα των φοιτητών που αναφέραμε κυκλοφορήσει τη Διακήρυξη, ο συχωρεμένος πια Ανδρέας Βελισσαρόπουλος, επισκέφτηκε τον Κώστα Ταχτσή, επώνυμο ομοφυλόφιλο συγγραφέα ήδη, και του ζήτησε να βοηθήσει στην ίδρυση του ΑΚΟΕ. Όπως γράφει ο ίδιος στο μεταθανάτιο βιβλίο του “Το Φοβερό Βήμα”, όχι μονάχα δεν τον βοήθησε, αλλά προσπάθησε με κάθε τρόπο να τον αποτρέψει από μια παρόμοια ενέργεια, αναπτύσσοντας τις δικές του – αισθητικές περισσότερο παρά πολιτικές – αντιλήψεις πάνω στο θέμα. Μάταια ο Βελισσαρόπουλος προσπάθησε να τον πείσει επικαλούμενος το επερχόμενο Νομοσχέδιο. Ο Ταχτσής ήταν ανένδοτος. Ύστερα από αυτό, η ομάδα προχώρησε στην κυκλοφορία της Διακήρυξης και έστρεψε την προσοχή της σε άλλες κατευθύνσεις. Έτσι μια μέρα πήρα ένα τηλεφώνημα από τον ίδιο τον Βελισσαρόπουλο που μου έλεγε ότι είχε διαβάσει το βιβλίο μου “Ο Καιάδας” (μια περιπέτεια τριάντα ομοφυλόφιλων επί δικτατορίας που ο υπουργός Γιάννης Λαδάς, υπουργός Δημόσιας Τάξης το 1967 διαπόμπευσε δια των εφημερίδων χωρίς να έχουν διαπράξει κανέναν αδίκημα) με ρωτούσε αν είχα διαβάσει τη Διακήρυξη, και μου ζητούσε να συμμετάσχω στο Κίνημα, πράγμα που αποδέχτηκα αμέσως. Ύστερα από μια δυο μέρες ήρθε σπίτι μου με μερικά από τα άλλα παιδιά και συζητήσαμε. Ακολούθησαν συγκεντρώσεις σπίτι του, στο σπίτι του αρχιτέκτονα Γιώργου Ράνου, στην Πλάκα και άλλου. Το πρόβλημα που απασχολούσε το ΑΚΟΕ από τα πρώτα του βήματα ήταν το πρόβλημα των τραβεστί και οι σχέσεις που θα μπορούσε (ή θα ’πρεπε) να έχει μαζί τους. Κατά τις συζητήσεις που είχαμε μεταξύ μας αλλά και με τους ίδιους τους τραβεστί, είχαμε διαπιστώσει πως τα προβλήματά τους ήσαν πολύ διαφορετικά από τα προβλήματα των άλλων ομοφυλόφιλων (διεκδικούσαν το δικαίωμα να εκδίδονται και ζητούσαν τη σχετική ταυτότητα) και συνεπώς δεν ήταν σωστό, ακόμα και για λόγους πολιτικής προς τους άλλους ομοφυλόφιλους (τους οποίους η εικόνα των τραβεστί τρόμαζε και τρομάζει ακόμα), να ενταχθούν στις τάξεις του ή αποτελέσουν κομμάτι του. Δεδομένου όμως ότι, πέρα από τις οποιεσδήποτε διαφορές, δεν έπαυαν να είναι ομοφυλόφιλοι, και μάλιστα δεινά καταδιωκόμενοι από την αστυνομία, ενώ παράλληλα αποτελούσαν εξ αντικειμένου την πιο ανατρεπτική εικόνα των προτύπων και των ρόλων, αποδείχνοντας με τη μεταμφίεσή τους τη σχετικότητα των φύλων, το ΑΚΟΕ δεν έπρεπε και δεν μπορούσε να τους απορρίψει, αλλά αντίθετα όφειλε να τους συμπαρασταθεί και να τους βοηθήσει γενικά στον αγώνα τους για επιβίωση. Αυτό ήταν το σκεπτικό πάνω στο οποίο βασίστηκαν οι σχέσεις του ΑΚΟΕ με τους τραβεστί – ένα σκεπτικό που τόσες παρεξηγήσεις και τόση εχθρότητα προκάλεσε. Ακόμα και ο Ταχτσής, τραβεστί ο ίδιος, δεν έπαυε έκτοτε να επαναλαμβάνει με μονότονη επιμονή ότι το ΑΚΟΕ ιδρύθηκε “κάτω απ’ τις φούστες των τραβεστί!” Κατά τη γνώμη του – γνώμη που επαναλάμβανε σε όλες σχεδόν τις συνεντεύξεις του – όχι μονάχα οι τραβεστί, αλλά ούτε οι γυναίκες “ελευθερίων ηθών” είχαν δικαίωμα ή ήταν άξιες να κάνουν συνδικαλισμό και να προβάλλουν αιτήματα!
Οι πρώτες νίκες
Την άνοιξη του 1978 κυκλοφορεί το πρώτο τεύχος του ΑΜΦΙ (στο εξώφυλλο, ένας σούπερμαν, όρθιος, με ανοιχτά πόδια και χέρια, σε πολύ “αντρική” στάση, κάτι λέει στον ξαπλωμένο στα πόδια Αδάμ του Μιχαήλ Άγγελου, απλώνοντάς του το χέρι και κοιτάζοντάς τον ικετευτικά καθώς του απαντάει: τι λένε δεν ξέρουμε – οι “αμπούλες” πάνω από τα κεφάλια τους είναι άδειες) και γίνεται ανάρπαστο (η ζήτησή του ήταν τέτοια που ανατυπώθηκε).
Τους μήνες που ακολούθησαν τη Διακήρυξη, η ομάδα του ΑΚΟΕ εργάζεται εντατικά: μοιράζει προκηρύξεις παντού, παίρνει μέρος στην επέτειο του Πολυτεχνείου, μαζεύει υπογραφές ενάντια στο Νομοσχέδιο, γράφει συνθήματα στους τοίχους, με ομοφυλόφιλο περιεχόμενο, για πρώτη φορά. Στο τεύχος αυτό δημοσιεύονται 250 ονόματα “επώνυμων” και “ανώνυμων” πολιτών που διαμαρτύρονται για το Νομοσχέδιο, γίνεται απολογισμός της συγκέντρωσης των τραβεστί στο “Λουζιτάνια” και δημοσιεύονται άρθρα που διαβάστηκαν σ’ αυτή. Στο δεύτερο τεύχος, η διαμαρτυρία ενάντια στο Νομοσχέδιο έχει εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη: γάλλοι διανοούμενοι και καλλιτέχνες στους οποίους συμμετέχουν οι Ζαν-Πωλ Σαρτρ, Σιμόν ντε Μπωβουάρ, Λουί Αλτουσέρ, Ρολάν Μπαρτ, Φρανσουά Σατελέ, Ζυλ Ντασέν, Ζιλλ Ντελέζ, Ζαν Ελλενστέν, Μισέλ Φουκώ, Κώστας Γαβράς, Νίκος Πουλαντζάς, Φρανσουά Ρουσσώ, Φιλίπ Σολέρς, Ρενέ Σερέρ, Φελίξ Γκουαταρί, κ.ά. διαμαρτύρονται στον Σταύρο Δοξιάδη για το Νομοσχέδιο, ενώ απ’ όλα τα έλληνικά προξενεία του Εξωτερικού καταφθάνουν ειδήσεις που μιλάνε για συγκεντρώσεις και ψηφίσματα ομοφυλόφιλων και άλλων οργανώσεων για το ίδιο θέμα. Ο Δοξιάδης αναγκάζεται, με επιστολές του, να καθησυχάσει την εξεγερμένη Ευρώπη και επιφέρει σοβαρές αλλαγές στο κατάπτυστο νομοσχέδιο. Το ΠΑΣΟΚ, όντας ακόμα στην Αντιπολίτευση, έχει ήδη πάρει θέση ενάντια στο υπουργείο Δημόσια Τάξης της κυβέρνησης Καραμανλή με τις “Επιχειρήσεις Αρετή” που στρέφονται κατά κύριο λόγο εναντίον των τραβεστί και των ομοφυλοφίλων. Η Μελίνα Μερκούρη και ο Πέτρος Βάλβης καταθέτουν επερώτηση στη Βουλή σχετικά με την πολιτική αυτή την οποία καταδικάζουν, ενώ ο αρχηγός τους ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Παπανδρέου, υπακούοντας στα μηνύματα των καιρών, δηλώνει σε μια συνέντευξή του στην “Ελευθεροτυπία” στις 13.10.1981: Είναι φανερό ότι στα πλαίσια των γενικών μας αρχών που αφορούν τα δικαιώματα του πολίτη, θα καταργηθούν οι διακρίσεις σε βάρος των μειονοτήτων. Τα μέλη τους θ’ αντιμετωπίζονται σαν ισότιμοι πολίτες και θα έχουν τα ίδια δικαιώματα και τις τις ίδιες υποχρεώσεις απέναντι στο νόμο και την πολιτεία με όλους τους Έλληνες.” Χαρακτηριστικό επίσης για το κλίμα της εποχής (την αντιδραστικότητα της Δεξιάς και τη φιλελεύθερη στάση της κεντροαριστεράς – πλην του Κ.Κ.Ε.) είναι το γεγονός ότι συνήγοροι στη δίκη του υποφαινόμενου, σαν “υπεύθυνου σύμφωνα με το νόμο” του περιοδικού “Αμφί”, για ένα ποίημα του αείμνηστου Νίκου Σπάνια όπου αναφέρονται οι φράσεις “φουριόζικο καβλί” και “δυνατό καβλί” — μια δίκη όπου τελικά το “Αμφί” αθωώθηκε – ήταν (χωρίς αμοιβή) οι Θόδωρος Πάγκαλος, Τάκης Παπάς και Κατερίνα Ιατροπούλου, ενώ ανάμεσα στους πολυπληθείς μάρτυρες υπεράσπισης, συγκαταλέγονταν προσωπικότητες αναμφισβήτητου πνευματικού κύρους και αξίας (Βιργινία Τσουδερού, Ελένη Βακαλό, Αντρέας Μπαχαριάν, Πέτρο Βάλβης, Γιώργος Βέλτσος, κ.ά.)
Στις 26 Γενάρη 1981 έγινε στα Προπύλαια η πρώτη υπαίθρια εκδήλωση του ΑΚΟΕ με αφορμή το Νομοσχέδιο, τη συζήτηση του οποίου, ύστερα από επανειλημμένες αναβολές και καθυστερήσεις, άρχιζε πλέον μια άλλη κυβέρνηση της Δεξιάς: η κυβέρνηση Ράλλη. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, το ΑΚΟΕ είχε καλέσει στα γραφεία του “Αμφί” (Ζαλόγγου 6Α) τους δημοσιογράφους των αθηναϊκών εφημερίδων για συνέντευξη, έχοντας πετύχει παράλληλα, με δική μου μεσολάβηση, και τη συμμετοχή του Κώστα Ταχτσή, ο οποίος ήρθε πράγματι στο “πουστουπόγειο” (έτσι χαρακτηρίζει τα γραφεία του “Αμφί” στο μεταθανάτιο βιβλίο του “Φοβερό Βήμα”) για να δηλώσει ότι παρίσταται “σαν πνευματικός άνθρωπος”, πράγμα που προκάλεσε την απορία της Μπέλλας Μηλοπούλου της “Βραδυνής”, μας έδωσε ένα κείμενό του να διαβαστεί στη συγκέντρωση, αλλά αρνήθηκε να συμμετάσχει και να το διαβάσει ο ίδιος. Στην εκδήλωση, όπου μαζί με τα παιδιά του ΑΚΟΕ (τα περισσότερα με μάσκες για πολλούς και ευνόητους λόγους) και τις τραβεστί, συμμετείχαν και αρκετοί συμπαθούντες, μέλη αριστερίστικων ομάδων κυρίως (όλοι μαζί καμιά 500 άτομα περίπου), διαβάστηκαν κείμενα του ΑΚΟΕ, της Μπέττης και του Ταχτσή και εγκρίθηκε ψήφισμα που επιδόθηκε στη Βουλή το ίδιο βράδυ.
Με τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές που ακολούθησαν, στις 18 Οκτώβρη του ίδιου χρόνου, η νέα σοσιαλιστική κυβέρνηση αποφασίζει να καταργήσει το αντιδραστικό Ν.Δ. 1193/81. Για το λόγο αυτό συστήνει μια επιτροπή για τη σύνταξη ενός άλλου, “ριζικά διαφορετικού” (όπως δήλωνε ένα από τα μέλη της) από το προηγούμενο και, σαν επιβεβαίωση της πρόθεσης αυτής, ζητάει και τη συμμετοχή του ΑΚΟΕ στην επιτροπή. Το ΑΚΟΕ, διατηρώντας πολλές επιφυλάξεις για την αναγκαιότητα οποιουδήποτε ειδικού νομοσχεδίου (αφού κατά την αντίληψή του, οι υπάρχοντες νόμοι εκάλυπταν επαρκώς το θέμα των αφροδισίων) ανταποκρίνεται στην πρόσκληση και στις 19/3/82 δίνει στην επιτροπή ένα Υπόμνημα με τις απόψεις του.
Τελικά, κανένα καινούριο νομοσχέδιο δεν συντάχθηκε και, μέσα στη γενική αλλαγή πολιτικού κλίματος που ακολούθησε, το θέμα ξεχάστηκε. Εκείνο που έμεινε ίδιο για κάποιο διάστημα ήταν οι εξορμήσεις της αστυνομίας στα στέκια που σύχναζαν ομοφυλόφιλοι (Ομόνοια, Πεδίον του Άρεως, Ζάππειο) και οι ταπεινωτικές προσαγωγές τους στα τμήματα “για εξακρίβωση”, καθώς και η απηνής καταδίωξη των τραβεστί στη Συγγρού και αλλού.
Χαρακτηριστικό της αλλαγής που ανέφερα, είναι το εξής γεγονός: σε επίσκεψή μας στο υπουργείο Δημόσιας Τάξεως, μετά την πορεία διαμαρτυρίας των τραβεστί στο Καστρί, ο τότε υπουργός κ. Σκουλαρίκης, σε παράπονά μας για τη συμπεριφορά της αστυνομίας, ζήτησε την επιείκειά μας, επικαλούμενος το μορφωτικό επίπεδο των περισσότερων αστυνομικών και υποσχέθηκε ότι φροντίδα της “σοσιαλιστικής κυβέρνησης” θα ήταν ν’ ανεβάσει πολιτιστικά αυτό το επίπεδο με συγκεκριμένα μέτρα, όπως, για παράδειγμα, την αδυναμία ένταξης στο αστυνομικό Σώμα χωρίς απολυτήριο Γυμνασίου, πράγμα που νομίζω εφαρμόστηκε αργότερα και εφαρμόζεται μέχρι σήμερα.
Στο μεταξύ, χωρίς ποτέ, είναι αλήθεια, να καταφέρει να εκδίδεται σε τακτά διαστήματα, λόγω της έλλειψης συνεργατών σε επαγγελματική βάση – μια έλλειψη που οφείλονταν σε οικονομικά αλλά και ιδεολογικά αίτια – (δεν μπορούσε, κατά την αντίληψή μας, ένα επαναστατικό, περιθωριακό περιοδικό να έχει κερδοσκοπικό, επαγγελματικό χαρακτήρα), το “Αμφί” και το ΑΚΟΕ συνέχισαν την πορεία τους, κερδίζοντας περισσότερο το ετεροφυλόφιλο παρά το ομοφυλόφιλο καινό. Το τελευταίο αυτό, στη μεγάλη του πλειοψηφία, καταλογίζοντάς μας τη συμπαράσταση προς τους τραβεστί, αλλά στην ουσία, εμπνεόμενο από μια ατομικιστική νοοτροπία και μη θέλοντας να θέσει σε κίνδυνο το κοινωνικό του status, παρέμεινε μακριά από το ΑΚΟΕ, αφήνοντας μια μικρή ομάδα να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. (Για φανταστείτε, αλήθεια, να μη συνέπεφτε η ίδρυση του ΑΚΟΕ με το νομοσχέδιο, και η πρώτη κυβέρνηση της Δεξιάς μετά την Μεταπολίτευση, ψήφιζε, έστω και ελαφρά τροποποιημένο – για τα μάτια – το χουντικό Νομοσχέδιο, τι θα γινόταν! Δεν θα τολμούσε ομοφυλόφιλος να βγει στο δρόμο…)
Αυτή ήταν προφανώς η βασική αιτία που, μαζί με την απογοήτευση και το φυσικό κάματο, έκανε πολλά μέλη του Κινήματος να αρχίσουν να αποχωρούν, σε μια στιγμή που ένας πολύ μεγαλύτερος κίνδυνος, ένας θανάσιμος εχθρός, είχε κάνει την εμφάνισή του, το Έιτζ, σκορπίζοντας μέσα σε μια στιγμή, με τον πανικό που προκάλεσε, ό,τι είχαν μέχρι τότε καταφέρει τα ομοφυλοφιλικά και άλλα κοινωνικά κινήματα για τη σεξουαλική απελευθέρωσή. Και είναι μεν αλήθεια ότι, με την πάροδο του χρόνου, ο πανικός αυτός έχει μετριαστεί, ότι η αρρώστια δεν έχει καμιά ιδιαίτερη προτίμηση στις επονομασθείσες “ομάδες υψηλού κινδύνου” και αντίθετα “μπαίνει” όπου της επιτρέπουν να μπει, αλλά, από την άλλη μεριά, είναι απόλυτα βέβαιο ότι το πρόβλημα των καταπιεζόμενων μειονοτήτων κάθε είδους και κυρίως – λόγω της ιδιομορφίας τους – το πρόβλημα των ομοφυλοφίλων που αποτελούν το 4% τουλάχιστον του πληθυσμού αυτής της χώρας, δεν πρόκειται να βρει τη λύση του αν τα άτομα που ανήκουν σε αυτή τη μειονότητα δεν συνειδητοποιήσουν τη διαφορά τους, δεν απαλλαγούν από την ενοχή που τους έχουν φορτώσει και δεν ενεργοποιηθούν, προκειμένου να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, εντασσόμενοι σε κάποια από τις υπάρχουσες ομοφυλόφιλες ομάδες ή ιδρύοντας κάποια καινούρια με τους φίλους τους – αν δηλαδή δεν αντιληφθούν ότι το ατομικό τους πρόβλημα είναι πλατύτερα κοινωνικό και πολιτικό και ότι μόνο με τη συνεργασία μεταξύ τους μπορούν, πιέζοντας την κάθε είδους εξουσία, να βελτιώσουν τη θέση τους. Η πείρα του ΑΚΟΕ απ’ αυτή την άποψη είναι πολύ διδακτική και πολύ χρήσιμη: μια μικρή ομάδα ανθρώπων (καμιά διακοσαριά άτομα) κατάφεραν, σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, να αποτρέψουν ή να τροποποιήσουν ένα φασιστικής έμπνευσης νομοθέτημα που θα έκανε πιθανόν ακόμα δυσκολότερη τη ζωή των ομοφυλόφιλων. Αλλά το ΑΚΟΕ, με την πορεία και την εξέλιξη του, απέδειξε και κάτι άλλο βασικό: ότι οι οργανώσεις αυτού του είδους, αντιεξουσιαστικές από τη φύση τους, διαταξικές από τη σύστασή τους (αφού η ομοφυλοφιλία είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται σε όλες τις τάξεις), αδύνατο να μαζικοποιηθούν χωρίς ν’ αναπαράγουν τις δομές εξουσία των κάθε λογής οργανώσεων και κομμάτων ή να συμμετάσχουν, διατηρώντας το χαρακτήρα τους, σ’ αυτές τις οργανώσεις και σ’ αυτά τα κόμματα, μοίρα τους και προορισμός τους είναι, εκμεταλλευόμενες τις εκάστοτε ιστορικές συγκυρίες, να ασκούν πίεση ή να παρεμβαίνουν όπου μπορούν για να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης τους και να συμβάλλουν στη διαφώτιση της κοινής γνώμης για ένα θέμα που είναι ακόμα ταμπού ή που διαστρεβλώνεται από ηθικολόγους φαλλοκράτες και εξαχρειωμένους επαγγελματικά ψυχιάτρους.
Αν είναι αλήθεια – και όπως αποδείχνουν ιστορικά τα πράγματα είναι – ότι οι άνθρωποι οργανώνονται και κατεβαίνουν στους δρόμους μονάχα όταν δεν μπορούν πλέον να επιβιώσουν μέσα στις δοσμένες συνθήκες, το σημερινό φιλελεύθερο καθεστώς, με τις πολλαπλές διεξόδους που παρέχει στο ομοφυλόφιλο άτομο, δεν προσφέρεται για παρόμοια οργάνωση και διαμαρτυρία. Ωστόσο, πάντα υπάρχουν άνθρωποι που, βιώνοντας διαφορετικά το πρόβλημά τους, φτάνουν στο σημείο να αντιληφθούν την πολιτική του διάσταση, και δρώντας πλέον σαν πολίτες και όχι σαν άτομα, νιώθουν την ανάγκη να συνεργαστούν με τους άλλους, δημιουργώντας έτσι μικρές νησίδες αλληλεγγύης και άμυνας μέσα σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον. Τέτοιες νησίδες άμυνας – και όχι μόνο – αποτελούν σήμερα η Ελληνική Ομοφυλοφιλική Κοινότητα (ΕΟΚ) και το ΑΚΟΕ στην Αθήνα, και η Ομάδα Πρωτοβουλίας Ομοφυλόφιλων Θεσσαλονίκης (ΟΠΟΘ). Είναι φανερό ότι, όσο αυτές οι ομάδες θα πληθαίνουν και θ’ απλώνονται γεωγραφικά, έτσι που κάθε πολύ της Ελλάδας, ακόμα και η μικρότερη, ν’ αποχτήσει τη δική της, τόσο η θέση των ομοφυλόφιλων θα βελτιώνεται και η φωνή τους θα φτάνει στα κέντρα των αποφάσεων της κάθε εξουσίας. Γιατί – κι αυτό είναι επίσης διαπιστωμένη ιστορική αλήθεια – καμιά διεκδίκηση και κανέναν δικαίωμα δεν χαρίζεται, αλλά αντίθετα καταχτιέται με επίμονους αγώνες και θυσίες.