Όταν ήμουν μωρό γκέι πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 2000, μετακόμισα στη Νέα Υόρκη φαινομενικά για “να βρω τον εαυτό μου”. Αυτό βασικά σήμαινε να βλέπω όσο το δυνατόν περισσότερη τέχνη και να γαμιέμαι με όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο μπορούσα. Είχα αργήσει λίγο να ανθίσω και ποτέ πραγματικά δεν είχα χτυπήσει κάποια επαναστατική φλέβα μέχρι τις αρχές των είκοσί μου. Έτσι, για τις μέρες μου στη Νέα Υόρκη, είχα αποφασίσει ότι θα είχα σκληρό παρουσιαστικό: Είχα κόκκινη μοϊκάνα, φορούσα ένα στενό τζην χωρίς πουκάμισο και σχισμένα στον καβάλο – δίχως εσώρουχα, προφανώς. Το σώμα μου ήταν σφιχτό. Όχι τόσο μυώδες όσο είναι τώρα αλλά πολύ σφιχτό. Σίγουρα, η φορεσιά ήταν ένα ψέμα αλλά επρόκειτο για ένα ψέμα που εργαζόμουν πολύ σκληρά να κάνω πραγματικό. Και ένιωθα hot.
Ένα κυριακάτικο απογευματάκι, βρέθηκα στο διαβόητο κλαμπ Manhole κάτω στην 14η Οδό στην Meatpacking District. Το Manhole ήταν για καιρό σημείο συνάντησης για την BDSM κουλτούρα στη Νέα Υόρκη. Τώρα είναι κλειστό. Φυσικά, ήθελα με κάθε τρόπο να τσεκάρω το μέρος και όταν ανακάλυψα ότι υπήρχε ένα μηνιαίο jerk off πάρτι που το οργάνωναν εκεί οι New York City Jacks, άδραξα την ευκαιρία να πάω. Ένα jerk off πάρτι φαινόταν λιγότερο απειλητικό από τις άλλες εκδηλώσεις τους.
Το κλαμπ βρισκόταν στο υπόγειο ενός κτιρίου των αρχών του αιώνα. Παρέδωσα τα ρούχα μου στην πόρτα και μπήκα μέσα. Ο χώρος ήταν μεγαλύτερος και είχε πιο έντονη αύρα από τα λιγοστά υπόλοιπα σεξ κλαμπ που είχα επισκεφτεί αλλά δεν ήταν τελείως ανοίκειος. Φαίνεται ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη σκοτεινή, βιομηχανική και λαβυρινθώδης ποιότητα σε όλα τα σεξ κλαμπ και αυτό το κλαμπ σίγουρα ανταποκρινόταν στο πρότυπο. Παρόλο που αυτό υποτίθεται ότι ήταν ένα jack off πάρτι, το πρώτο πράγμα που είδα ήταν ένας τύπος που τον φίσταραν σε μια κούνια ακριβώς δίπλα στην είσοδο. Έβγαζε ήχους που δεν είχα ακούσει ποτέ πριν και ακόμα μπορώ να θυμηθώ μια κοκαλιάρα μεγάλη αδελφή με γυαλιά ηλίου να φωνάζει με βαθιά προφορά του Μπρονξ: “Το κορίτσι γεννάει! Βγάζει μωρό!” πάνω από τα βογγητά του.
Βρήκα τον δρόμο μου προς το μπαρ για πάρω τα σχετικά μου και ο μπάρμαν έδειξε ότι του άρεσα. Ήταν ένας μεγαλόσωμος τύπος – πολύ μεγαλύτερος από εμένα – και είχε ένα είδος υπερβολικού υπερ-αρρενωπού κομπασμού πάνω του. Ήταν στα μέσα των τριάντα του. Τραχύς. Του έλειπε ένα μπροστινό δόντι. Ενσάρκωνε αυτό που οι Γάλλοι αποκαλούν “joli-laid”: όμορφα άσχημος. Σκέφτηκα ότι ήταν τέλειος.
Μου έφερε τη μπίρα μου και προσφέρθηκε να μου κάνει μια ιδιωτική ξενάγηση στο κλαμπ. Τον ακολούθησα στη δαιδαλώδη διαρρύθμιση, περνώντας ανάμεσα από σώματα και πούτσους, σταματώντας περιστασιακά για να μας χουφτώσουν ή να μας γλύψουν ή να μας φιλήσουν. Καθώς συνεχίζαμε με την ξενάγησή του, μπορούσα να αισθανθώ ότι με κατηύθυνε κάπου συγκεκριμένα. Μπορούσα να πω ότι υπήρχε κάποιο σχέδιο σε εξέλιξη, αλλά ήμουν εντάξει με αυτό. Σκεφτόμουν: “αυτή θα είναι η ιστορία που γάμησα έναν μπάρμαν στο The Manhole”.
Κάποιες στιγμές, ένιωθα λες και πηγαίναμε προς τα κάτω αλλά δεν μπορούσα πραγματικά να είμαι βέβαιος. Αυτά τα κλαμπ είναι τόσο καλά με το να σου γαμάνε την αίσθηση του χώρου – πολύ σύντομα αισθάνεσαι λες και βρίσκεσαι στο πουθενά. Και είσαι ευγνώμων για αυτό το συναίσθημα. Κατά κάποιον τρόπο, η σύγχυση γύρω σου για το πού βρίσκεσαι στο χώρο κάνει το σεξ να είναι πιο ιδιαίτερο. Τελικά καταλήξαμε σε ένα άδειο μισοσκότεινο δωμάτιο. Έκλεισε την μεταλλική πόρτα. Το πάτωμα ήταν φτιαγμένο από χώμα, οι τοίχοι από γυμνά τούβλα. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο πέρα από τους δυο μας και έναν φωτεινό γλόμπο να κρέμεται από το ταβάνι. Ο μπάρμαν με κοίταξε στα μάτια. Είπε: “αυτό είναι το fight club μας”. Και, σε μια από εκείνες τις λαμπρές στιγμές υπερπραγματικότητας, το δωμάτιο που έμοιαζε τόσο παράξενο και προκαλούσε σύγχυση ξαφνικά έμοιαζε ακριβώς με κάτι που βγήκε από το Fight Club. Η αναφορά στην ταινία με έκανε να αισθανθώ λίγο πιο ασφαλής. Κάτι που έμοιαζε με λεκέ από αίμα έβγαινε από το βρόμικο πάτωμα. Ο μπάρμαν έβγαλε το jock του – ο πούτσος του ήταν ταιριαστά εκπληκτικός – και μου ζήτησε να του βαρέσω μια γροθιά στα μούτρα.
Όταν λέω την ιστορία μου από το Manhole, αυτή συνήθως τελειώνει εδώ. Γελάω και χαμογελάω με έναν τρόπο που σημαίνει “δεν είναι ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ η Νέα Υόρκη;”, υπονοώντας ότι συνήλθα και επέτρεψα στον κανονικό κόσμο, ανακουφισμένος που βρήκα τον δρόμο μου πίσω στο φως έπειτα από μια τέτοια σκοτεινή επαφή. Η ιστορία που σπάνια λέω στον κόσμο είναι ότι, στην πραγματικότητα, τον βάρεσα. Κάμποσες φορές μάλιστα. Η ιστορία που σπάνια λέω στον εαυτό μου είναι τον άφησα να με βαρέσει.
Ο Φρόιντ είχε τη θεωρία ότι υπάρχει ένας δυϊσμός στην ανθρώπινη φύση που αναδύεται από δύο βασικά ένστικτα: Έρως και Θάνατος. Έβλεπε στον Έρωτα το ένστικτο για ζωή, αγάπη και σεξουαλικότητα. Στον Θάνατο, έβλεπε το ένστικτο για θάνατο, επιθετικότητα και βία. Ο Έρως είναι η ορμή προς την έλξη, τη δημιουργία και την αναπαραγωγή. Ο Θάνατος προς την αποστροφή, την καταστροφή και τον θάνατο. Το φως. Το σκοτάδι. Το ενδιαφέρον σε αυτά τα ένστικτα, προτείνει ο Φρόιντ, είναι ότι δεν μπορούν να υπάρχουν χωριστά το ένα από το άλλο. Στην πραγματικότητα, Έρως και Θάνατος είναι στενοί ομόκλινοι που τροφοδοτούν και ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλον. Μέσα σε κάθε ερωτική παρόρμηση, υπάρχει μια δύναμη καταστροφής. Μέσα σε κάθε δύναμη καταστροφής, υπάρχει μια ερωτική δύναμη. Αυτό είναι το παράδοξο της ανθρώπινης φύσης.
Κατά τη διάρκεια της ζωής μου ως γκέι άντρας, έχω ενσαρκώσει διάφορες αντιλήψεις και θέσεις σε σχέση με το σεξ. Υπήρξα ο τύπος σε μονογαμικές σχέσεις που προσπαθούσε να ζήσει μια κανονιστική/ρομαντική σχέση, παγιδευμένος στη ντροπή για τις σεξουαλικές επιθυμίες μου έξω από το ζευγάρι. Υπήρξα το σεξουαλικά απελευθερωμένο/sex-positive τσουλί που περήφανα επιδείκνυε την ανοιχτή σεξουαλικότητά του. Έχω εμπλακεί σε ασφαλέστερο σεξ, επικίνδυνο σεξ, πορνογραφικό σεξ, ρομαντικό σεξ, σκληρό σεξ, vanilla σεξ, ταμπού σεξ – καταλαβαίνετε. Έχω φτάσει σε διάφορα άκρα και τίποτα δεν μου ταίριαξε. Η σεξουαλικότητά μου έχει παραμείνει μυστηριώδης, απύθμενη, χαοτική και ουσιαστικά άγνωστη σε μένα. Συχνά, η σεξουαλικότητά μου μου έφερε έξαψη και χαρά. Και, κάποιες φορές, με τρόμαξε.
(…) Ο Sky Gilber άρθρωσε μια υπόθεση σεξουαλικής απελευθέρωσης βασισμένη στην αναζήτηση της απόλαυσης. Μας θυμίζει μια “σημαντική ριζοσπαστική χίπικη ιδέα” η οποία ήταν “η αντίληψη ότι η απόλαυση είναι πάντοτε καλό πράγμα – και η σωματική απόλαυση (ιδιαίτερα) μια θετική αξία που αξίζει να αναζητήσεις για τους δικούς της λόγους”. Ανατράφηκα με αυτό το ήθος. Όπως μου έλεγε καθησυχαστικά ο πατέρας μου όταν διαπίστωσε ότι είχα ανακαλύψει πώς να αυνανίζομαι: “αν νιώθεις ωραία, τότε κάν’το”.
Η πολιτική πίσω από αυτή τη θέση είναι ότι καλά πράγματα θα προκύψουν από αυτό το καλωσόρισμα της απόλαυσης στις ζωές μας. Αυτά τα καλά πράγματα θα περιλαμβάνουν συμπόνια για τους άλλους, ισοτιμία, αγάπη για τον εαυτό μας, σεβασμό και ανοχή. Το κακό στον κόσμο, σύμφωνα με αυτή την πολιτική, είναι το αποτέλεσμα των απολυταρχικών και ηγεμονικών πολιτισμικών και πολιτικών δυνάμεων που επιζητούν να μας ελέγξουν, απωθώντας μας από τα αυθεντικά κέντρα απολαύσεών μας και αντικαθιστώντας τα με ντροπή, φθόνο και μίσος. Η κοινωνία διαστρέφει τη φύση μας, λέει ο χίπης, απομακρύνοντάς μας από την απόλαυσή μας.
Θα ήθελα να πιστεύω ότι αυτό αληθεύει – ότι ένας από τους τρόπους για μια πιο δίκαιη κοινωνία είναι να λαμβάνουμε υπόψη την αδέσμευτη αναζήτηση της συναινετικής απόλαυσης. Κι όμως, πιστεύω ότι η φύση μου δεν είναι τελείως θετική απέναντι στη ζωή. Στην πραγματικότητα, γνωρίζω ότι η φύση μου είναι επίσης καταστροφική. Αντλώ απόλαυση με το να είμαι καταστροφικός όσο κι όταν αντλώ απόλαυση με το να είμαι δημιουργικός. Το έργο μου ως ανθρώπινη ύπαρξη είναι να με κάποιον τρόπο να διαπραγματευτώ και να επιβιώσω από αυτές τις αντικρουόμενες δυνάμεις για όσο περισσότερο αντέχω.
Ζούμε σε μια κουλτούρα που έχει εμμονή με την υγεία. Σωματική υγεία. Ψυχική υγεία. Συναισθηματική υγεία. Η υγεία είναι ηθική αξία. Η μη-υγεία σου είναι σημάδι κάποιας προσωπικής ηθικής αποτυχίας: δεν φρόντισες τον εαυτό σου, δεν έφαγες τα σωστά πράγματα, δεν σκέφτηκες τα σωστά πράγματα, δεν έκανες τα σωστά πράγματα, δεν περιέβαλλες τον εαυτό σου με τα σωστά πράγματα. Μερικά χρόνια πριν, ζούσα με καρκίνο των όρχεων. Δεν μπορείς να φανταστείς τις μαλακίες που έπρεπε να ακούω από ανθρώπους που προσπαθούσαν να αποδώσουν τον καρκίνο σε κάποιο είδος αποτυχίας – δεν έτρωγα βιολογικά γιατί δεν με ένοιαζε αρκετά για τον εαυτό μου. Κρατούσα το τηλέφωνό μου υπερβολικά κοντά στα αρχίδια μου γιατί αδιαφορούσα υπερβολικά για τις προειδοποιήσεις για την ακτινοβολία, κατέπνιγα τα συναισθήματά μου γιατί δεν είχα μάθει ποτέ να διεκδικώ με τον σωστό τρόπο για τον εαυτό μου, κλπ. – ενώ η αλήθεια είναι ότι οι γιατροί υποψιάζονταν ότι απέκτησα τον όγκο επειδή ήμουν φανατικός ποδηλάτης. Η επαναλαμβανόμενη τριβή της σέλας στο δεξί αρχίδι μου ήταν ο πραγματικός φταίχτης.
Η γκέι ανδρική κουλτούρα είναι ιδιαίτερα επιρρεπής σε αυτή την κοινωνική εμμονή με την υγεία. Πάμε γυμναστήριο για να δείχνουμε υγιείς. Πρέπει να αποδεικνύουμε στην κοινωνία ότι οι σχέσεις μας είναι υγιείς. Οφείλουμε να γαμιόμαστε με υγιή τρόπο. Οφείλουμε να έχουμε υγιή αυτοπεποίθηση και αγάπη για τον εαυτό μας και να είμαστε για πάντα περήφανοι.
Αλλά δεν είμαι πάντα υγιής. Δεν νιώθω πάντα υγιής. Δεν σκέφτομαι πάντα υγιώς. Δεν συμπεριφέρομαι πάντα υγιώς. Δυσανασχετώ με την πίεση να είμαι υγιής. Νιώθω ελεγχόμενος από την πίεση να είμαι υγιής. Δεν μπορώ να συμβιβαστώ με την κοινωνική και ηθική αξία του “υγιούς”. Το σώμα και η φύση μου απλά δεν με αφήνουν. Με βρίσκει ο καρκίνος. Χτυπάω και χτυπιέμαι στα υπόγεια των σεξ κλαμπ. Κάνω επιλογές και φτιάχνονται επιλογές για εμένα που είναι σε εισαγωγικά ανθυγιεινές.
Ως ο καλλιτεχνικός διευθυντής ενός queer θεάτρου, συχνά παλεύω με την ερώτηση της αναπαράστασης. Με αυτό εννοώ ότι νιώθω μια τεράστια ευθύνη (και πίεση) να αναπαραστήσω στην queer κουλτούρα κάτω από ένα φως που θα προαγάγει τη θέση μας στην κοινωνία. Αυτό συχνά σημαίνει τον εορτασμό των θετικών απόψεων της κουλτούρας μας – τη χαρά μας, την ανθεκτικότητά μας, την ποικιλομορφία μας, τη δύναμή μας, το πείσμα μας, τη δημιουργικότητά μας, την θετικότητά μας. Αυτές είναι όψεις της κοινότητας μας τις οποίες αγαπώ. Αυτές είναι όψεις της προσωπικότητάς μου που μου αρέσει να σκέφτομαι ότι τις κατέχω. Όμως, ως ανθρώπινη ύπαρξη, μάχομαι επίσης με το σκοτάδι, τη θλίψη, τη βία, την οργή, την μοναξιά και τον φόβο. Αυτά τα συναισθήματα συχνά συγκρούονται με το φως που αισθάνομαι ότι οφείλω να φέρω στον κόσμο. Μερικές φορές θέλω να καταστρέψω πράγματα. Να χαλάσω πράγματα. Να αναστατώσω πράγματα. Να αποτύχω μαζικά. Να τα γαμήσω όλα τελείως. Να είμαι κακός. Να με μισούν. Γιατί αυτό αξίζω. Πού μπορώ να βάλω αυτά τα συναισθήματα; Ως ένας ηγέτης στην queer κοινότητα, που ανήκουν αυτά τα συναισθήματα; Μπορεί ένας ηγέτης να είναι επίσης και μαζοχιστής;
Συγχρονισμός επί τω έργω: αυτήν την τελευταία εβδομάδα μιλούσα με κάποια από τα παιδιά μου για το σεξ και την queer ταυτότητα, πώς παρεμβαίνει η διάθλαση στην συγκρότηση των εαυτών μας. Ο Pony κι εγώ περάσαμε κάμποση ώρα φωτογραφίζοντας ένα τοπικό πουτανί. Σε κάποια στιγμή είπα στον Pony, “Προχώρα” και, ξέροντας ακριβώς τι εννοούσα, ο Pony έβαλε τα χέρια του γύρω από τον λαιμό της πουτάνας και πίεσε. Είπα “Πιο σφιχτά” και το χέρι του Pony έσφιξε περισσότερο.
Βρισκόμουν ανάμεσα στα σκέλια της πουτάνας και ο πούτσος μου γινόταν σκληρός – όπως και του Pony. Είπα στην πουτάνα “Δεν νομίζω ότι πρόκειται να σε σκοτώσουμε”, και αυτός είπε “Εντάξει με αυτό”.
Αργότερα μίλησα με το παιδί και τον ρώτησα πώς θα προσδιόριζε τον εαυτό με μία λέξη. “Αυτός που δίνει ευχαρίστηση” [pleaser]. Ο Pony κι εγώ μιλήσαμε γι’ αυτόν συλλογιζόμενοι τη σύνδεση μεταξύ θανάτου και έρωτα, την αποτρόπαιη απόλαυση να έχεις έναν άντρα να θέτει ηθελημένα τη ζωή του στα χέρια σου. Όταν τσέκαρα το email μου υπήρξε μια σημείωση από έναν τύπο στο Τορόντο που έστελνε ένα link για την παραγωγή του PIG.
– Paul Morris, πορνογράφος και παραγωγός της Treasure Island Media, το μεγαλύτερο bareback πορνογραφικό στούντιο στις ΗΠΑ.
Αναρωτιέμαι τι λέει το PIG για την κοινότητά μας. Αναρωτιέμαι τι λέει το PIG για το να είναι κανείς ζωντανός σήμερα. Αναρωτιέμαι τι λέει το PIG για το μέλλον μας. Αλλά περισσότερο, αναρωτιέμαι τι λέει το PIG για μένα. — BH
Η θεατρική παράσταση PIG ανέβηκε στο Buddies της Νέας Υόρκης, από 19 Σεπτεμβρίου μέχρι 6 Οκτωβρίου 2013.
Το κείμενο είναι του Brendan Healy. Ο BH είναι καλλιτεχνικός διευθυντής στο Buddies in Bad Times Theatre και ο σκηνοθέτης του PIG. Μπορείτε να βρείτε τις σημειώσεις του σκηνοθέτη για την παράσταση εδώ και μπορείτε να τον ακολουθήσετε στο twitter στο @Brendan_Healy.
Η εικόνα του Brendan Healy τραβήχθηκε από την Nina Arsenault. Οι υπόλοιπες είναι από το tumblr. Το άρθρο εμφανίστηκε στο site του Buddies in Bad Times Theatre.