Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι υποχρεωτικοί όρκοι πίστης στο ισότιμο σεξ και έμφυλους ρόλους που ήταν υποχρεωτικό να δίνονται για περισσότερο από μία δεκαετία συνάντησαν την απαλή γελοιοποίηση από τους Pansy Division, το queer ροκ συγκρότημα του Σαν Φρανσίσκο. Εδώ είναι οι αρχικοί στίχοι από ένα τραγούδι που καλείται “Versatile” [“Ενεργοπαθητικός”]:
Υπάρχουν κάμποσοι στρέητ τύποι που ξέρω
Θέλουν να ξέρουν ποιος παίζει τον ρόλο της γυναίκας
Κουνώ το κεφάλι μου και λέω ότι δεν πάει έτσι
Μερικοί τύποι έχουν τη φαντασία από ένα πατάκι
Οι ρόλοι μας δεν είναι χαραγμένοι σε πλάκες
Ανταλλάσουμε ποιος θα γαμηθεί
Γιατί είμαστε versatile.
Σε αυτούς τους στίχους, η τυπική διαμαρτυρία στην διηνεκή εξοργιστική ανικανότητα των στρέητ να κατανοήσουν το πραγματικό νόημα του γκέι ανδρικού σεξ και έμφυλων ρόλων ακολουθείται από τον προβλέψιμο, out-and-proud ισχυρισμό ότι έχουν υπερβεί τα παλιομοδίτικα, έμφυλα παραδείγματα (“Οι ρόλοι μας δεν είναι χαραγμένοι σε πλάκες”) – αλλά αυτός ο ισχυρισμός γρήγορα αποδεικνύεται ότι είναι απατηλός. Τουλάχιστον, υποσκάπτεται από τους ίδιους όρους με τους οποίους αρθρώνεται. Αυτά τα αγόρια, δεν είναι πραγματικά versatile, τελικά: απλά “ανταλλάσουν ποιος θα γαμηθεί”.
Με άλλα λόγια, η “versatility” δεν είναι ένας σαφώς ανδροπρεπής κομπασμός, σε καμία περίπτωση όπως χρησιμοποιείται εδώ. Λειτουργεί ως ένα διάφανο κάλυμμα για τη συνεχιζόμενη εξάσκηση και απόλαυση του “μονόπλευρου”, “μη απελευθερωμένου”, παθητικού παιχνιδιού των ρόλων. Σε αντίθεση με αυτά που υπονοεί ο Robert Ferro με τη γλώσσα του για τον τρόπο που εναλάσσονται οι ρόλοι στο μπέηζμπολ, το να είσαι versatile συνίσταται στο να περιμένεις ευγενικά να πάρεις τη σειρά ώστε να είσαι bottom. Οι ρόλοι δεν εξαφανίστηκαν το 1969, ή το 1975, λοιπόν, παρά τις πολλές νεκρολογίες που είχαν γραφεί για αυτούς. Απλά βρέθηκαν υπογείως για ένα διάστημα, και μια μικρή δόση queerness ήταν αρκετή για να τους νεκραναστήσει. Ή έτσι υπονοούσαν με πανουργία οι Pansy Division.
Ο διαβρωτικός σκεπτικισμός που εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1990 για την έμφυλη κανονιστικότητα και την ισοτιμία των μετά το Stonewall, πριν το queer, γκέι στιλ έκανε δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι είχε πάρει οποιοσδήποτε την κουλτούρα των γκέι ανδρών κλώνων στα σοβαρά. Πρόσφατοι προσήλυτοι στη θρησκεία της επιτελεστικότητας στην queer theory έχουν προσπαθήσει, ως εκ τούτου, να ερμηνεύσουν το στιλ των κλώνων της δεκαετίας του 1970, καθώς και το butch-femme παιχνίδι ρόλων μεταξύ λεσβιών, ως μια παρωδία με επίγνωση των έμφυλων ρόλων, ως μια διακωμώδηση των κανονιστικών σεξουαλικών συμβάσεων. Αλλά πίσω στη δεκαετία του 1970, τουλάχιστον τόσο όσο αφορούσε τους γκέι άνδρες κλώνους, τίποτα δεν θα μπορούσε να βρίσκεται πιο μακριά από την αλήθεια. Η επιθυμία να παίρνεις μια έμφυλη παρουσίαση που δεν εμφανιζόταν να υστερεί σε σχέση με την ιστορική καμπύλη ήταν έντονη και αυθεντική. Επίσης, όπως σωστά τονίζουν οι Henley και Echols, η γκέι υπερ-αρρενωπότητα ήταν ένα ερωτικό στιλ, και αυτό σήμαινε ότι παιζόταν με πολύ στρέητ τρόπο, τουλάχιστον όταν ένας γκέι άντρας έψαχνε για δράση, δηλαδή συχνά. Όπως το έθεσε ο Leo Bersani το 1987,
“Η παρωδία είναι ερωτικό ξενέρωμα, και όλοι οι γκέι άντρες το γνωρίζουν. Ένα μεγάλο μέρος του να ομιλείς με camp τρόπο είναι παρωδιστικό, και ενώ αυτό μπορεί να είναι διασκεδαστικό σε ένα πάρτι με γεύμα, αν έχεις βγει για βρεις κάποιον ακυρώνεις το camp”.
Ένας γνωστός μου, ένας γκέι άντρας της δικής μου γενιάς, ακόμα ηχογραφεί το μήνυμα στον τηλεφωνητή του μέχρι και τριάντα φορές, μέχρι να βεβαιωθεί ότι η φωνή του δεν αποκαλύπτει ίχνη θηλυπρέπειας. Δεν υπάρχει τίποτα κοροϊδευτικό σε μια τέτοια επιτέλεση: δεν θα μπορούσε να είναι πιο ειλικρινής. Και στην πραγματικότητα ήταν αρκετά σοφό, σε αυτή την μετά το Stonewall εποχή της κυριαρχίας τους butch, να μην παίρνεις πολλά ρίσκα. Δεν υπήρχε μεγαλύτερο κομπλιμέντο που να μπορούσες να κάνεις σε αυτόν που του την έπεφτες την δεδομένη στιγμή από το να πεις, “Ξέρεις, όταν σε είδα να μπαίνεις στο μπαρ απόψε, σκέφτηκα, ‘Κάποιο λάθος θα έγινε. Ξέρει αυτός ο τύπος ότι πρόκειται για γκέι μπαρ;’ Δεν μπορεί να είναι γκέι. Είναι στα σοβαρά εδώ. Δεν το πιστεύω ότι δεν είναι στρέητ’”. Στο οποίο αυτό το υπόδειγμα της αρρενωπότητας θα απαντούσε χωρίς εξαίρεση, αν είχε τη διάθεση να το πάει παρακάτω, “Λοιπόν, ξέρεις, έτσι και τύχαινε να σε δω να κατεβαίνεις το δρόμο, ποτέ δεν θα σκεφτόμουν ότι είσαι γκέι”. Τέτοια κοπλιμέντα – γιατί τέτοιο νόημα έχουν αυτές οι παρατηρήσεις – δεν ανταλλάσσονταν μόνο με κάθε σοβαρότητα. Εκφέρονταν σε μια λιποθυμία ερωτικού ντελίριου. Σε τέτοιες περιστάσεις, τίποτα δεν ήταν πιο σκανδαλώδες, ή πιο ασυγχώρητο, από τον να εμφανιστεί για ρομαντικό δείπνο ο τύπος με τον οποίο έβγαινε κάποιος φορώντας σκουλαρίκι – όχι πως δεν συνέβησαν ποτέ τέτοιες καταστροφές.
Συνοπτικά, η γκέι ανδρική ζωή μετά το Stonewall οριζόταν από την ανάδυση μιας νέας αρρενωπής, μη συνδεδεμένης με κάποιο ρόλο πρακτική του βιολογικού και κοινωνικού φύλου, η οποία προκαλούσε ένα νέο στιλ και μια νέα μορφή ζωής, ενσαρκωμένη από τον γκέι κλώνο ή από τον butch γκέι άντρα. Εκείνες οι εξελίξεις προμήνυαν τον υπερήφανο θρίαμβο μιας αδιαφοροποίητης γκέι σεξουαλικότητας στη θέση μιας προγενέστερης, απαξιωμένης, εκθηλυσμένης γκέι κουλτούρας, από την οποία το νέο σεξοκεντρικό μοντέλο της γκέι ανδρικής ταυτότητας προσέφερε ένα υπερβολικά εκπρόθεσμο και ευπρόσδεκτο καταφύγιο.
Pingback: Πώς να είστε γκέι (2) – Η γκέι ταυτότητα πηγή δυστυχίας | αθάνατη ελληνική λεβεντιά