Του Steven Petrow, The Washington Post
Ο Dave France κατάφερε ταυτόχρονα να ραγίσει την καρδιά μου και να αναζωπυρώσει την οργή μου μόλις στις πρώτες σελίδες του συναρπαστικά σημαντικού νέου βιβλίου του “Πώς να επιβιώσετε από μια επιδημία: Η κρυφή ιστορία πώς πολίτες και επιστήμονες τιθάσευσαν το AIDS” (Το βιβλίο, που κυκλοφόρησε την τελευταία εβδομάδα του Νοέμβρη του 2016, βασίζεται στον ντοκιμαντέρ με το ίδιο όνομα, το οποίο ήταν υποψήφιο για Όσκαρ το 2012). Στον πρόλογο, που ονομάζεται “Η Τελετή του Μνημόσυνου”, ο Frances μάς συστήνει τον Spencer Cox, έναν από τους πιο διακεκριμένους ακτιβιστές AIDS της γενιάς του και αστέρα του βιβλίου αυτού. “Λίγοι άνθρωποι προσωποποιούσαν την μακρά ιστορία της επιδημίας στην Αμερική όπως ο Cox”, γράφει ο France.
Ο Cox είχε διαγνωστεί με AIDS στην ηλικία των 20 το 1989 και – όπως σε όλους εκείνη την εποχή – του δόθηκαν μόνο λίγοι μήνες για να ζήσει. Αλλά δεν πέθανε. Αντίθετα αντιπολέμησε και έγινε ένα από τα πρώτα μέλη της ACT UP, της ομάδας συνηγορίας για το AIDS που ιδρύθηκε από τον θεατρικό συγγραφέα Larry Kramer. Ο Cox ήταν βασικός παίκτης στην εύρεση των φαρμακευτικών θεραπειών που σταματούν τον HIV από το να είναι μια σχεδόν βέβαιη θανατική καταδίκη. Και τότε, περισσότερο από δύο δεκαετίες μετά, κατά τρόπο ανεξήγητο σταμάτησε να παίρνει τα φάρμακα. Ο Cox πέθανε το 2012, και εκείνη την εποχή ο ακτιβιστής Mark Harrington έγραφε στους New York Times, “Έσωσε τις ζωές εκατομμυρίων, αλλά δεν μπόρεσε να σώσει τη δική του”.
Ο Cox ήταν ένας φίλος που συνεισέφερε τη σοφία του και την ιδιαίτερη εκδοχή του γκέι camp σε αυτή τη στήλη στις αρχικές μέρες της ως μέλος του ερασιτεχνικού υπουργικού συμβουλίου μου από έμπιστους. Του άρεσε να επιχειρηματολογεί μαζί μου για το ποιά ήταν η “κατάλληλη” συμπεριφορά. Όπως πολλοί άλλοι, έπαθα σοκ από τον θάνατό του. Μου υπενθυμίστηκε επίσης η γενιά των ακτιβιστών που πάλεψαν με επιμονή ενάντια σε μια αδιάφορη κυβέρνηση, φαρμακευτικές εταιρίες που βρήκαν την ευκαιρία να θησαυρίσουν και ανεξέλεγκτη ομοφοβία. Αυτή ήταν, στο κάτω κάτω, η περίοδος που ο τότε γερουσιαστής Jesse Helms (Ρεπουμπλικάνος, Νότια Καρολίνα) είχε κάνει έκκληση για λιγότερα έξοδα για το AIDS γιατί “πρέπει να έχουμε κοινή λογική όσον αφορά μια ασθένεια που μεταδίδεται από άτομα που εμπλέκονται ηθελημένα σε αφύσικες πράξεις”.
Η καθηλωτική ιστορία του France μού μίλησε με βαθιά προσωπικούς τρόπους, και έκλαιγα καθώς θυμόμουν ξανά υπερβολικά πολλούς φίλους και συναδέλφους που πέθαναν αναίτια από αυτή την επιδημία. Σκανδάλισε τη μνήμη του δικού μου τρόμου όταν διαγνώστηκα με AIDS το 1986. Ευτυχώς, αποδείχτηκε αργότερα ότι είχε γίνει λανθασμένη διάγνωση, παραδινόμενος με φούρια στην κρίση διότι ήμουν ένας νέος, σεξουαλικά ενεργός γκέι άντρας.
Το βιβλίο είναι επίσης ένας πρακτικός οδηγός για τον ακτιβισμό. Οι ακτιβιστές της ACT UP απέκλεισαν τον αμερικανικό ΕΟΦ, παρεμπόδισαν την πρόσβαση στα κτίρια των φαρμακευτικών και τοποθέτησαν, μάλιστα, ένα τεράστιο προφυλακτικό στο σπίτι του Helms. Οι προσπάθειές τους έκτισαν νέες και ανθεκτικές γέφυρες μεταξύ ακτιβιστών, επιστημόνων και αυτών που που ασχολούταν με την πολιτική καθώς εγκαθίδρυαν ένα πλάνο για κοινωνική αλλαγή. Ο France ήταν εμφατικός όταν μου είπε ότι το μάθημα από την εποχή του AIDS είναι σαρωτικό: Ενάντια σε κάθε πιθανότητα, δήλωσε, “η εμψύχωση και η νίκη είναι δυνατές”. Αυτή είναι μια σημαντική διαπίστωση για να θυμάται κανείς κατά την την ανατολή της διοίκησης από τον Trump.
Αλλά το νήμα της αφήγησης που με συνεπήρε πιο πολύ ήταν η ηθικοδιδακτική ιστορία που πλέκεται κατά την εξέλιξη του βιβλίου. Μαθήματα για τους καλούς τρόπους – ή η απουσία τους – στην εποχή του Ρίγκαν είναι πολισχιδή. Η πρώτη οικογένεια σίγουρα είχε μια φήμη για λεπτούς τρόπους (ενσαρκωμένους στα πολλά κρατικά δείπνα της διοίκησης Ρίγκαν, από τις επώνυμες τουαλέτες της Νάνσι Ρίγκαν και τη συλλογή της από 4.370 τεμάχια πορσελάνης) αλλά ο 40ος μας πρόεδρος ήταν πάρα πολύ λίγος όσον αφορά τους καλούς τρόπους. Όπως έγραψε η Emily Post, “Οι καλοί τρόποι αντανακλούν κάτι από τα εσώτερα – μια εγγενή αίσθηση περίσκεψης για τους άλλους”. Σήμερα, αυτό το ονομάζουμε απλά ενσυναίσθηση.
Ο Ρίγκαν, λέει ο Frances, είναι ο πρόεδρος με την παγωμένη καρδιά που θα μπορούσε να είχε θέσει σε έλεγχο την επιδημία. Αλλά ήταν επίσης ο πρόεδρος που είχε αρνηθεί ακόμα και να αναφέρει τις λέξεις HIV/AIDS μέχρι το 1986 και ο οποίος μείωσε τον προϋπολογισμό για την έρευνα στον HIV σε μια στιγμή που οι διαγνώσεις και οι θάνατοι αυξανόταν εκρηκτικά. “Πολλοί – ίσως οι περισσότεροι – τέτοιοι θάνατοι θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί”, μου είπε ο Frances. “Ο Ρίγκαν ήταν τυφλός απέναντι στα βάσανα της γκέι κοινότητας”. Ο Frances υπογραμμίζει ότι “δυστυχώς το μέλλον μπορεί να επιφυλάσσει την ίδια τυφλότητα για τους ΛΟΑΤ αμερικάνους, τους αφροαμερικάνους, τους μετανάστες και τους μουσουλμάνους”.
Πράγμα που με επιστρέφει στον Cox, έτσι όπως τον περιγράφει ο φίλος τους και σύντροφος στην ACT UP, ο John Voelcker, ως “εντυπωσιακό και ελκυστικό” για να μην αναφέρουμε “έξυπνο και αστείο”. Αλλά ο Cox είχε ενσυναίσθηση. Όχι πολύ πριν τον θάνατό του, ο France είχε πάρει συνέντευξη από τον Cox για το ντοκιμαντέρ και ρώτησε, “Τι έμαθες;”
“Συνεχίζεις να ελπίζεις μέχρι να πεθάνεις. Πράγμα που θα γίνει κάποια μέρα. Κάνεις τη ζωή σου να έχει όσο περισσότερο νόημα γίνεται. Να μην φοβάσαι σε ποιον δεν θα αρέσεις ή ‘αν είσαι αρμόζων’. Ανησυχείς για πράγματα όπως το να είσαι ευγενικός: ανησυχείς για πράγματα όπως το να είσαι γενναιόδωρος. Αν δεν πρόκειται για αυτό, τότε για τι στο διάολο πρόκειται; Αυτά είναι όσα έμαθα”.
Νομίζω ότι ο Cox είναι πολύ μετριόφρων. Ο Cox και η ομάδα τους προσηλωμένων πολιτών δεν έκανε τίποτα λιγότερο από το να αλλάξει τον κόσμο. Τώρα εναπόκειται σε εμάς να προστατέψουμε αυτόν και σε εμάς να μη γυρίσουμε πίσω στο χρόνο. Όπως μας έμαθαν αυτοί οι ακτιβιστές, όταν παίζεις το μεγάλο παιχνίδι, η ενσυναίσθηση και η καλοσύνη θα θριαμβεύσουν επί των τυμπανοκρουσιών και της μεγαλοπρέπειας κάθε φορά.