Ο Franco Basaglia γεννήθηκε στη Βενετία το 1924. Φτάνοντας στην εφηβεία αποφασίζει να ασχοληθεί με την Ιατρική και αργότερα με την ψυχιατρική. Το 1958 γίνεται καθηγητής Ψυχιατρικής και το 1961 αποφασίζει να διευθύνει το ψυχιατρείο στην Γκορίτσια με σκοπό να αποδομήσει το άσυλο και να διαμορφώσει νέες εναλλακτικές κοινοτικές δομές. Ρίχνει τα κάγκελα του νοσοκομείου, καταργεί το διαχωρισμό μεταξύ αντρών και γυναικών και τις πρακτικές βίας που ασκούνται στους ασθενείς. Η τοπική αυτοδιοίκηση αντιδρά στις μεταρρυθμίσεις που φέρνει ο Basaglia, ο οποίος εγκαταλείπει έτσι το εγχείρημα για να ξεκινήσει μια νέα προσπάθεια στην Τεργέστη το 1971. Η αποασυλοποίηση στην Τεργέστη έμελλε να είναι και η πιο δυνατή στιγμή στην ιστορία της Ιταλικής Ψυχιατρικής (σσ. 13-18, Μπαζάλια, 2006).
Το 1978 ξεκίνησε στην Ιταλία η ψυχιατρική μεταρρύθμιση με εφαλτήριο την ψήφιση του νόμου 180. Ο θεσμός του ψυχιατρικού ασύλου, που είχε επικρατήσει στη Δύση από τον 19ο αιώνα κι έπειτα επιβεβαιώνοντας την ιατρικοποίηση της τρέλας, στην Ιταλία τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Ο νόμος 180 προέβλεπε την αποασυλοποίηση και την αντικατάσταση των ασύλων από δομές κοινοτικού τύπου. Κεντρικό πρόσωπο της μεταρρύθμισης αυτής δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από το πρόσωπο Franco Basaglia (σσ. 13-18, Basaglia, 2006).
Ο Ιταλός ψυχίατρος έκλεισε το άσυλο της Τεργέστης και δημιούργησε Κέντρα Ψυχικής Υγείας, μονάδα επειγόντων περιστατικών στο νοσοκομείο. Το πιο σημαντικό είναι ότι το πρώην άσυλο ανακατασκευάστηκε σε πάρκο, διαμερίσματα για τους αστέγους και τους χρόνια ανάπηρους, καλλιτεχνικά εργαστήρια για την ενασχόληση των επωφελούμενων με την τέχνη και συνεταιρισμούς, όπου εργάζονταν οι ψυχικά ασθενείς (Basaglia, 2006). Υπήρχε, δηλαδή, μια εμφανής πρόθεση του Basaglia όχι απλά να καταργήσει το άσυλο, αλλά στη θέση του να δημιουργήσει μια «θεραπευτική κοινότητα», όρο που εισήγαγε ο ίδιος, η οποία θα ανταποκρινόταν πραγματικά σε όλες τις ανάγκες των ανθρώπων.
Η επιτυχία της αποασυλοποίησης στην Ιταλία έγκειται στο γεγονός ότι η ριζοσπαστική κριτική στην ψυχιατρική ήταν πολύ συγκεκριμένη και ενταγμένη σε ένα ευρύτερο κίνημα, το κίνημα της Δημοκρατικής Ψυχιατρικής. Υπήρχε, δηλαδή, εξ αρχής μια ευρύτερη πολιτική και κοινωνική ιδεολογία για την ψυχιατρική, η οποία κυοφορούσε την στοχευμένη κριτική στα άσυλα με σκοπό την αποδόμησή τους. Το κίνημα αυτό ερμήνευε την τρέλα ως αδυναμία εκπλήρωσης αναγκών και δεν την συνέδεε επιφανειακά με τη φτώχεια. Δύο είναι τα καίρια σημεία κατά την περίοδο δραστηριοποίησης του Basaglia: το ένα είναι η άρνηση του να δει τον άρρωστο άνθρωπο σαν έναν μη κανονικό άνθρωπο και ο στόχος του να αποκαταστήσει την ανθρώπινη υπόστασή του και το δεύτερο είναι η θεώρηση της θεραπευτικής σχέσης ως πολιτικής και βαθιά εξουσιαστικής (Scheper-Hughes, & Lovell, 1986).
Ο μαρξισμός άσκησε μεγάλη επίδραση στο τρόπο σκέψης του Basaglia. Ο ίδιος υποστήριξε ότι η ψυχιατρική παράγει μια ιδεολογία, η οποία θεσμοποιεί τη βία μέσω των ασύλων, και η οποία βία ασκείται έναντι των ανθρώπων που ανήκουν στην εργατική τάξη. Η ιδεολογία αυτή δομείται μέσω της ταξινόμησης των ασθενειών, της θεραπείας και των ρόλων ειδικού-ασθενή, που ορίζει το δυτικό μοντέλο ψυχιατρικής (Lovell, & Scheper-Hughes, 1986). Οι σχέσεις αυτές ανταποκρίνονται στο ίδιο μοτίβο σχέσεων που υφίστανται και εκτός ασύλου: η σχέση δούλου-αφέντη είναι αντίστοιχη της σχέσης γιατρού-ασθενή. Σε μια καπιταλιστική κοινωνία, που είναι δομημένη με σκοπό την επέκταση της παραγωγής των αγαθών, όποιος δεν παράγει θεωρείται μη φυσιολογικός. Έτσι, ο άρρωστος εκλαμβάνεται ως ένας μη παραγωγικός εργάτης, εφόσον αναστέλλει τη νόρμα και για αυτό πρέπει να αποκλειστεί από τη ζωή. Αντιθέτως, η υγεία ευθυγραμμίζεται με την εργασία και την αποδοτικότητα. Πρόκειται για ένα δίπολο, μια απολυτοποίηση των αντιθέτων, που διαιωνίζεται και επικυρώνεται από την ψυχιατρική (σ.119-139, Basaglia, 2008).
Ο Basaglia προχωρά πέρα από τον Goffman και περιγράφει μια διπλή βία: αφενός το ψυχιατρικό άσυλο περιορίζει και ελέγχει κάθε πλευρά της καθημερινή ζωής των ατόμων και αφετέρου τα άτομα απογυμνώνονται από την αυτονομία τους και αντιδρούν σε αυτή την κατάσταση. Η βία και η επιθετικότητα των ασθενών που εκδηλώνεται μέσα στο άσυλο δεν είναι αρρώστια αλλά είναι το αποτέλεσμα των σχέσεων που αναπτύσσονται μέσα στο άσυλο, των σχέσεων του αποκλεισμού και του ελέγχου (Lovell, & Scheper-Hughes, 1986). Η εικόνα αυτή του επικίνδυνου ασθενή είναι μια πολιτισμική κατασκευή. Στην πραγματικότητα, οποιοσδήποτε αντιμετωπιζόταν σαν αντικείμενο και αντιδρούσε επιθετικά, θα μπορούσε να ανήκει στην κατηγορία αυτή που έχουν ενταχθεί οι ασθενείς. O σκοπός ύπαρξης των ασύλων είναι να διαφυλάττουν την τάξη της κοινωνίας και όχι να θεραπεύουν τους ασθενείς (Lovell, & Scheper-Hughes, 1986).
Ο αποκλεισμός των ανθρώπων στα άσυλα, σύμφωνα με τον Basaglia (2008), είναι στην πραγματικότητα σύμφυτος με την αποτυχημένη προσαρμογή των ανθρώπων στην πραγματικότητα. Η πραγματικότητα των ανταγωνιστικών συστημάτων, όμοιων των καπιταλιστικών, που δομούνται δηλαδή από ταξικές διαφορές, περιλαμβάνουν εσωτερικές αντιθέσεις που οι άνθρωποι δεν μπορούν να εξισορροπήσουν. Στο πλαίσιο αυτό των αντιθέσεων, υπάρχει η μια πλευρά, η ξένη πλευρά, η άγνωστη, εκείνη που είναι αδύνατο να κατανοηθεί και αυτή είναι που προκαλεί φόβο στους ανθρώπους. Έτσι, ο,τιδήποτε άγνωστο και ακατανόητο τοποθετείται στην περιοχή του κακού. Είναι δηλαδή σαν να έχει κατασκευαστεί μια πραγματικότητα, η πραγματικότητα του καλού και του κακού και σε εκείνη του κακού να έχουμε τοποθετήσει και περιχαράξει το φοβικό αντικείμενο. Το αντικείμενο αυτό για τους ψυχιάτρους είναι ο άρρωστος άνθρωπος, στον οποίο οποιαδήποτε πράξη μεταφράζεται ως άρρωστη. Οι ιατρικοί επιστήμονες ο,τιδήποτε δεν μπορούσαν να αφουγκραστούν, το όριζαν άρρωστο και το εξοστράκιζαν στη σφαίρα του μη κατανοητού και μη προσεγγίσιμου. Έτσι, ο ψυχικά ασθενής χάνει και την δυνατότητα αντίστασης απέναντι στην εξουσία των ψυχιάτρων και στον αποκλεισμό του, εφόσον και η αντίσταση του θεωρείται ασθένεια (σ. 169-179, Basaglia, 2008).
Οι φραγμοί που κατασκευάζονται για τους ψυχικά ασθενείς και οι θεσμοί βίας και καταστολής που τους εξαναγκάζουν να ζουν εντός των τοιχών, έχουν δημιουργηθεί από τους ανθρώπους που δεν έχουν καταφέρει να κατανοήσουν το δικό τους ξένο κομμάτι. Υπάρχει το δικό τους άγνωστο κομμάτι της σωματικότητάς τους, το οποίο δεν έχουν αποδεχτεί. Όταν δεν μπορώ να αποδεχτώ ένα κομμάτι του εαυτού μου, το αρνούμαι, το προβάλω στο σώμα του άλλου και τον απομονώνω. Η απομόνωση αυτή του άλλου, όμως, εμπεριέχει ακριβώς τον αποκλεισμό της δικής μου υλικότητας που δεν μπορώ να κατανοήσω. Έτσι, η μη κατανόηση της δικής μου εσωτερικής αντίφασης οδηγεί στην περιθωριοποίηση του σώματος του αρρώστου, το οποίο αντιμετωπίζεται ως ένα αντικείμενο δυσνόητο. Όπως αναφέρει ο Basaglia:
“Το σώμα του αρρώστου έχει γίνει το μόνο σημάδι ενός περάσματος: ένα κορμί ανυπεράσπιστο, μετατοπιζόμενο σαν ένα αντικείμενο από πτέρυγα σε πτέρυγα, που του εμποδίζεται- συγκεκριμένα και ρητά- η δυνατότητα να ξαναφτιάξει για τον εαυτό του ένα σώμα καθ’ εαυτό που να μπορεί να κατανοεί διαλεκτικά τον κόσμο· η δυνατότητα αυτή εμποδίζεται μέσω της επιβολής του μοναδικού, α- προβληματικού, χωρίς αντιφάσεις σώματος του ιδρύματος..” (σ. 49, Basaglia, 2008).
Ένα πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ στο οποίο απεικονίζονται κάποιες πτυχές από τη ζωή των ανθρώπων στα άσυλα, είναι αυτό του Σταύρου Ψυλλάκη “Ο άνθρωπος που ενόχλησε το σύμπαν” (1998). Σε αυτό το ντοκιμαντέρ τίθενται προβληματισμοί για το κατά πόσον τα άσυλα εκπληρώνουν τον σκοπό τους, που είναι η θεραπεία ή όχι. Μέσα στο άσυλο η αρρώστια θεωρείται δυστύχημα και το άτομο που έχει ασθενήσει αποκόπτεται από την ιστορία του και από τη σχέση του με το σώμα του (Basaglia, 2008). Το ντοκιμαντέρ δείχνει μια ομάδα ασθενών που ζουν εντός των τοιχών, προσπαθώντας να ισορροπήσουν ανάμεσα στην τρέλα και την μη τρέλα και μια ομάδα που έχει βγει από το άσυλο και προσπαθεί να επανενταχθεί στην κοινωνία, χωρίς να διαθέτει κανένα εφόδιο προσαρμογής στην μετα-ασυλική πραγματικότητα, από την οποία για πολλά χρόνια ήταν κυριολεκτικά αποκομμένη. Ένας τρόφιμος του πρώην ψυχιατρείου των Χανίων, ο Γιώργος Κοκκινίδης, ο οποίος μάλιστα έχει εκδώσει και προσωπική ποιητική συλλογή αναφέρει στη συνέντευξη του στον Σταύρο Ψυλλάκη:
“Ξέρεις έχουμε στρατιωτικούς όρους, δηλαδή ορισμένες ώρες πρέπει να τις περάσουμε στο περίπτερο. Με το που θα πιούμε το γάλα και θα πιούμε τα φάρμακα ερχόμαστε κατευθείαν εδώ όλοι […]εδώ είναι ένα μικρό Βατικανό, ένα μικρό κράτος εν κράτει.. η ελευθερία καταπιέζεται και καταπατιέται εδώ μέσα […]Είναι μεγάλο πρόβλημα ο χρόνος όταν μπεις στην ψύχωση. Κατάρχήν έστω και λίγο είχε κάποιο προγραμματισμό η ζωή μου πριν τρελαθώ, είχε γιατί κάποια περίοδο έπαιζα σκάκι, τάβλι μόνος μου. Μετά την ψύχωση, ειδικά μετά το θάνατο του πατέρα μου ο χρόνος μου έγινε απεριόριστος, δηλαδή με πιέζει… εδώ μέσα κυλάνε οι ώρες και δεν ξέρω όταν κοιμάμαι είμαι καλά, όταν ξυπνάω δεν μπορώ να προγραμματίσω, δεν είμαι σαν εσένα που έχεις κάποια υποχρέωση, κάτι να δημιουργήσεις… Εδώ μέσα είμαστε… τα λιοντάρια στα κλουβιά προγραμματίζουν το χρόνο τους; Έτσι δεν είναι; Κάπως έτσι είναι..” (Ψυλλάκης, 1998).
O Franco Basaglia άφησε μια πολύ σημαντική παρακαταθήκη για το πώς πραγματικά πρέπει να πραγματοποιηθεί μια Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση. Μέσα από προσωπικές συζητήσεις με ανθρώπους που έχουν επισκεφτεί τις κοινοτικές δομές στη Τεργέστη, έμαθα ότι το βασικό χαρακτηριστικό των δομών αυτών είναι ότι δεν υπάρχουν κρεβάτια για τους ψυχικά ασθενείς. Οι “άρρωστοι” πλέον δεν διαμένουν μέσα σε κλειστά δωμάτια υπό επιτήρηση, αλλά επισκέπτονται την δομή και επιστρέφουν στην κοινότητα. Με αυτό τον τρόπο, βέβαια, κατασκευάζεται και ένα πεδίο γνώσης, που λέει ότι οι ψυχικά ασθενείς δεν χρειάζεται να νοσηλευτούν, γιατί αυτό που έχουν αντιμετωπίζεται ως μια στιγμή μέσα στο συνεχές της ζωής τους. Ακριβώς όπως πρέπει να αντιμετωπίζονται όλες οι ασθένειες κατά τον Basaglia. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ο Basaglia δεν στόχευε μόνο στο να ασκήσει κριτική και να αναλύσει την Ψυχιατρική επιστήμη, αλλά σημαντικό για εκείνον ήταν να προτείνει χειραφετικές πρακτικές και να δώσει ένα πρόταγμα στους ψυχικά ασθενείς και τους ψυχιάτρους, που είχαν εγκλωβιστεί στην εξουσία του βιοϊατρικού μοντέλου.
Βιβλιογραφία
- Basaglia, F. (2008). Οι θεσμοί της βίας και άλλα κείμενα. Ειδική έκδοση των |Τετραδίων ψυχιατρικής” στα 30 χρόνια από το κλείσιμο των ιταλικών ψυχιατρείων. Αθήνα: Βιβλιοτεχνία.
- Μπαζάλια, Φ. (2006). Εναλλακτική Ψυχιατρική: ενάντια στην απαισιοδοξία της λογικής, για την αισιοδοξία της πράξης. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη.
- Scheper-Hughes, N., & Lovell, A. M. (1986). Breaking the circuit of social control: Lessons in public psychiatry from Italy and Franco Basaglia. Social Science & Medicine, 23(2), 159-178.
- Ψυλλάκης, Σ. (Σκηνοθέτης & Παραγωγός). (1998). Ο άνθρωπος που ενόχλησε το σύμπαν [Ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους]. Ελλάδα: Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου.