Les litanies de satan
OK, go.
Σου γράφω ενώ είμαι βυθισμένη στο σκοτάδι του sensory deprivation room της Νέας Υόρκης. Το σώμα μου δεν έχει βάρος, αιωρούμαι μέσα στο νερό, σκοτάδι πηχτό, δεν βλέπω τίποτα. Κάπως έτσι είναι όταν είσαι νεκρός; Όταν δεν είσαι νεκρός ακόμη;
OK, go.
Οι γαμημένοι cocktail drinkers έχουν τη μουσική που τους ταιριάζει. Γιατί ο κόσμος που έχει βαθύτερα συναισθήματα να μην έχει κι αυτός τη μουσική του; Αφήνω και τις τρεισήμισι οκτάβες της φωνής μου να ξεδιπλωθούν, αρχίζω απαλά μουρμουρίζοντας ένα μοιρολόγι, ανεβαίνω οκτάβες καθώς ουρλιάζω μπερδεμένους στίχους από το Βιβλίο των Ψαλμών και το Λευιτικόν. Θεέ, ψεύτη και σαδιστή, έρχεται η τιμωρία σου. Θεέ, καριόλη γιατί μας εγκατέλειψες;
OK, go.
Το ’68 είδα τον Jimi Hendrix ζωντανά στο Monterey Pop και σκέφτηκα ότι πρέπει να κάνω κι εγώ τέτοια μουσική, να ισοπεδώσω, να βάλω φωτιά στη σκηνή. Αλλά με το δικό μου τρόπο. Γρυλίζω θυμωμένα, η μικροφωνική καίγεται, τα ηχεία τρίζουν από τις αντηχήσεις. Γιατί ένα κορίτσι σαν κι εμένα είναι τόσο οργισμένο; Θεέ, μού έκλεψες τους φίλους μου. Θεέ, εκδικητή, άσε το λαό μου να φύγει. Ο αρχιεπίσκοπος μού χαμογελά, «και είδα τρία ακάθαρτα πνεύματα να βγαίνουν από το στόμα του δράκοντα», «πουστάρα, θα πεθάνεις». Let us praise the masters of Slow Death…
OΚ, go.
Τραγουδώ για αυτούς που ξέχασες. Αφότου τέλειωσα τις σπουδές μου ως βιοχημικός ανοσολόγος-αιματολόγος, τραγουδώ για το αίμα, για όσους το αίμα τους κυλά πηχτό και σαπισμένο. Για όσους αρρώστησε η δύσοσμη ανάσα σου. Τραγουδώ σε ψυχιατρικές κλινικές, εμπρός σε ψυχές ξεχασμένες απ’ όλους. Με βολεύει κιόλας – το ακροατήριο δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την αίθουσα.
OK, go.
Ήσουν εκεί όταν τον έσυραν στον τάφο; Ήταν καλό παιδί. Έτσι είπαν στη γειτονιά. Κι εσύ διάλεξες την κολότρυπά του για να μπεις στο σώμα του, για να φωλιάσεις στα νεανικά του κύτταρα, να τον φας από μέσα. Σιγά σιγά. Θεέ, εκδικητή, η εκδίκηση θα είναι δική μου. Ήσουν εκεί όταν τον ξάπλωσαν στο μνήμα;
OK, go.
Ηλί, ηλί, λαμά σαβαχθανί. Βλέπω μέσα στον Παράδεισο: μικροαστικές φαμίλιες βγαίνουν για το Κυριακάτικο πικ-νικ τους. Ετεροφυλόφιλα ζευγάρια χαμογελούν και αγκαλιάζονται, διαιωνίζοντας τις οικογενειακές αξίες. Για μας κελαηδούν τα πουλιά. Κι εγώ που επέλεξα το σώμα μου να υπηρετήσει όλες τις ηδονές του κόσμου, κι εγώ που επέλεξα το μυαλό μου να παραδοθεί στον πυρωμένο έρωτα για κάποιον ξένο, για κάποιο αγόρι, κοιτάω απ’ έξω. Κύριε, εξέτισα την ποινή μου;
OK, go.
Ο πατήρ Κονράδο Μπάλουελ λέει ότι η απελευθέρωση από την καταπίεση είναι η ουσία της Θείας Λειτουργίας. Θα φέρω το Φως με τη φωνή μου, θα ξορκίσω το σκοτάδι που σιμώνει. Εμείς που δεν έχουμε πεθάνει δεν κειτόμαστε εν ειρήνει, δεν υπάρχει ειρήνη μέχρι να κερδηθεί η μάχη, mon Golgotha n’ est pas fini. Γράφω, γράφω, γράφω σκυμμένη στο πιάνο μου, γράφω τη δική μου Λειτουργία.
OΚ, go.