Ως γκέι άνδρες έχουμε μάθει από μικροί ότι το σώμα μας βρίσκεται υπό συνεχή επιτήρηση και πειθάρχηση. Καθώς το γυμνό σώμα έχει την ιδιότητα να εκπέμπει την σεξουαλική επιθυμία του σε άλλα σώματα, είναι προφανές ότι το γκέι ανδρικό, εφηβικό ή παιδικό σώμα οφείλει να σκεπαστεί, να καλυφθεί, να κρυφτεί, ώστε να ακυρωθεί το αίσχος αυτής της επικοινωνίας. Πράγματι, μπορείς να κερδίσεις μια κάποια ανοχή εφόσον “αρνηθείς” τη σεξουαλική διάσταση της ύπαρξής σου, εφόσον η μιαρότητά σου περιοριστεί σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τον πυρήνα της καταπίεσης, ότι δηλαδή είσαι ένα ανδρικό σώμα που επιθυμεί άλλα ανδρικά σώματα.
Συχνά η πειθάρχηση γίνεται αυτο-πειθάρχηση και αυτο-εξέταση. Μέσα στο ομοφοβικό σχολικό περιβάλλον τα γκέι ανδρικά σώματα μαθαίνουν την ντροπή, την αισχύνη και την αιδώ, μαθαίνουν ότι ως σώματα “κιναίδων” είναι αυτά ακριβώς τα σώματα που μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση, αμηχανία, πρόκληση, αναστάτωση και ενδεχομένως βίαιη τιμωρία, είναι αυτά ακριβώς τα σώματα που, ταυτολογικά, “κινούν την αιδώ” του κοινωνικού συνόλου.
Αλλά ο “κίναιδος” σύντομα μαθαίνει ότι δεν κινείται απλώς ενάντια στην αιδώ του κοινωνικού συνόλου, αλλά ενάντια στην ίδια την αιδώ της Φύσης ή ενάντια στο Θεό (που είναι, φυσικά, το ίδιο). Ιστορικά, σε αυτή την για πάντα Against Nature υπόθεση, οι γκέι άνδρες ήρθαν αντιμέτωποι με την πραγμάτωση, επιτέλους, της άδηλης μαζικής δολοφονικής επιθυμίας απέναντι στα σώματά τους. Το AIDS είναι ένα σύνδρομο το οποίο – πριν οι ασθένειες αφαιρέσουν τη ζωή – επιτίθεται, καταστρέφει, παραμορφώνει, διαλύει το σώμα με τους πιο απίθανους και βασανιστικούς τρόπους. Και αν σήμερα “δεν πεθαίνεις από AIDS”, δεν είναι καθόλου μακρινή η εποχή όπου το να μαθαίνεις ότι κάποιος που είχες γνωρίσει “απλώς” πέθανε, “απλώς” πέθανε μέσα στην αδιαφορία ή ατολμία ή έχθρα του κράτους και την ενεργητική χαιρεκακία και παρέμβαση της Εκκλησίας – για πάντα μιαρός, ακόμα και πεθαμένος. Τι καταστολή και τρομοκρατία υφίσταται λοιπόν ένα σώμα που “του αξίζει” ο εξευτελιστικότερος κι ο ταπεινωτικότερος όλων των θανάτων; Ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της τακτικής αναμέτρησης, επαφής και διαπραγμάτευσης με τον θάνατο κάθε φορά που ένα γκέι ανδρικό σώμα συνουσιάζεται με άλλο ανδρικό σώμα; Ποιες είναι οι ηθικές, συναισθηματικές και πολιτικές συνέπειες τη σκέψης “είναι τάδε του μηνός του τάδε έτους, και είμαι ακόμα αρνητικός;”
Σε αυτή την φοβερή αναμέτρηση της εξωτερικής και εσωτερικής καταστολής για τον έλεγχό του, το γκέι ανδρικό σώμα κάποιες φορές συστρέφεται σαν ευάλωτο λουλούδι και αδυνατεί να υπάρξει δημόσια ακόμα και σε χώρους που προβλέπονται αποκλειστικά για αντρικά σώματα: είναι γνωστές οι δυσκολίες που έχουν ή είχαν ορισμένοι γκέι άνδρες να χρησιμοποιήσουν αποδυτήρια, κοινόχρηστες ντουζιέρες κλπ σε μέρη όπως σχολεία, γυμναστήρια ή ο στρατός.
Ένα τέτοιο σώμα, μέσα από μια τέτοια διαδικασία, θα είναι ώριμο σε ένα πιο ύστερο στάδιο να πέσει θύμα αμείλικτων προτύπων ομορφιάς και κανονικοποίησης: για μια ακόμα φορά, το γκέι ανδρικό σώμα ενδεχομένως θα καλυφθεί και οπισθοχωρήσει αφού πρώτα ζυγιστεί, μετρηθεί, επιθεωρηθεί και συγκριθεί με άλλα “καλύτερα” σώματα. Και είναι εντός του δικού του πεδίου, εντός των δικών του όρων κοινωνικοποίησης, που το γκέι ανδρικό σώμα θα αυτο-εξεταστεί, θα βαθμολογηθεί και θα κανονικοποιηθεί για πολλές πολλές φορές ακόμα.
Η απεικόνιση του μαρτυρικού θανάτου του Αγίου Σεβαστιανού, του αγίου των γκέι ανδρών όπως θέλει ο μύθος, παίζει κομβικό ρόλο στη σχέση αυτού που βρίσκεται πάνω και μέσα στο γκέι ανδρικό σώμα και αυτού που εξακοντίζεται εναντίον του από τον εξωτερικό κόσμο. Ο Άγιος Σεβαστιανός πέθανε ακινητοποιημένος με δέσιμο και με βέλη να τρυπούν το κορμί του. Πέθανε με μια έκφραση ηττημένης έκστασης και συγκρατημένης παθητικής λαγνείας, πέθανε δίχως ίχνος πόνου ή αγωνίας καθώς τον διαπερνούν και τον τρυπούν τα φαλλικά όπλα των δημίων του. Δεν χρειάζεται καθόλου να είναι κανείς χριστιανός για να αντιληφθεί ότι ο Σεβαστιανός συνοψίζει τον τρόπο που είναι κατασκευασμένος ο σημερινός ομοφυλόφιλος στον Δυτικό κόσμο, τον τρόπο που επικοινωνεί, δέχεται και υπομένει τη γκάβλα του – και ο τρόπος αυτός, πέρα και πάνω από όποιες BDSM προεκτάσεις, πέρα από όποια θυματοποιητική άποψη, είναι ο τρόπος εκείνου που υπομένει και θριαμβευτικά αντέχει οτιδήποτε, ακτινοβολώντας μέχρι και την τελευταία στιγμή (ή ειδικά στην τελευταία στιγμή) τη σωματική επιθυμία.
Εν μέσω όλων αυτών, θέλουμε λοιπόν να κάνουμε ξεκάθαρο προς όλους και όλες ότι δεν πάψαμε ποτέ να ασχολούμαστε με το σώμα, το δικό μας και των άλλων ανδρών, γκέι και στρέητ αδιακρίτως. Το βλέμμα μας είναι αδηφάγο: αγγίζει, χαϊδεύει, εξετάζει λάγνα τα σώματα άλλων ανδρών, ενήλικων, ανήλικων, νέων, γέρων, εφήβων, γκέι, στρέητ, ανταποκρινόμενων στα πρότυπα ομορφιάς ή και όχι. Τίποτα δεν ξεφεύγει από την ντροπιαστικά αδηφάγα ματιά μας: τρυπώνουμε κάτω από μπλούζες, παρατηρούμε τις πτυχώσεις και τα φουσκώματα από παντελόνια, ακουμπάμε σε κάθε εκατοστό γυμνού δέρματος, σε κάθε σύσπαση των μυών, σε κάθε έκφραση του προσώπου, σε κάθε στάση του σώματος, σε κάθε κίνηση των άκρων.
Λέγεται ότι μπορούμε να κάνουμε ό,τι επιθυμούμε στο σκοτάδι της ιδιωτικότητας. Εμείς, όμως, πάνω από όλα επιθυμούμε να συναντήσουμε τη γύμνια στο δημόσιο βίωμα. Υπάρχουν ελάχιστοι τέτοιοι χώροι, ίσως κάποια μαγαζιά, κάποια darkrooms, κάποια πάρκα, κάποια βραχάκια, κάποιες παραλίες. Οι όροι επαφής και επικοινωνίας σε αυτούς τους χώρους είναι προσδιορισμένοι από την γκάβλα και μόνο, που είναι συνυφασμένη με την ενοχή. Στις περιπτώσεις που είναι ημι-δημόσιοι χώροι όπου υπάρχει η διαμεσολάβηση του καταστηματάρχη, για ένα οικονομικό αντάλλαγμα παρέχεται ασφάλεια και μια γενικότερη “υπό προστασία” απενοχοποίηση στη βίωση των φαντασιώσεών σου. Σε άλλες περιπτώσεις, όπως τα γκέι μπαρ, λειτουργούμε κάτω από την εκάστοτε εκδοχή του ορισμού της αξιοπρέπειας του καταστηματάρχη αλλά και υπό το ελεγκτικό βλέμμα θαμώνων των εν λόγω καταστημάτων. Κι αλλού, σε λουτρά και αποδυτήρια, συνεχίζουμε να κινούμαστε και να δρούμε για να δούμε άλλους άντρες – γκέι και στρέητ – να πλουτίσουμε τις φαντασιώσεις μας και να τις κάνουμε πράξη.
Προχτές, σε ένα πάρτυ, πολλά αγόρια μας ήταν γυμνά από τη μέση και πάνω. Και πολλά κορίτσια επίσης. Το πάρτυ αυτό, με τις ερωτικές περιπτύξεις και τα σώματα δίχως ρούχα, ήταν ουσιαστικά ο πρώτος αυτοοργανωμένος δημόσιος χώρος απενοχοποίησης – στο φως, στη γύμνια και δίχως φράγκα για αντάλλαγμα.
Προχτές, σε ένα πάρτυ, πολλά αγόρια μας ήταν γυμνά από τη μέση και πάνω. Δεν βρισκόμαστε εδώ για να απελευθερώσουμε κάθε δυνατή εκδοχή αδελφής που υπάρχει. Υπηρετώντας την γκάβλα μας, βρισκόμαστε εδώ για να χορέψουμε, να γαμηθούμε, να φλερτάρουμε και – ασφαλώς, ναι – να αγωνιστούμε με όσους αισθάνονται το ίδιο με εμάς.
Προχτές, σε ένα πάρτυ, πολλά αγόρια μας ήταν γυμνά από τη μέση και πάνω. Βάλτε το καλά στο μυαλό σας ότι αυτό ήταν μόνο η αρχή: τα θέλουμε ιδρωμένα, λαδωμένα, να τα παίρνουμε ένα ένα, γυμνά και πρόστυχα με κάθε δυνατό τρόπο, δίχως μπλουζάκια, δίχως κάλτσες, δίχως παντελόνια, δίχως βρακιά, δίχως καμία ευθυγράμμιση προς την ηθική, τους κανόνες, τις αναστολές και την αμηχανία οποιασδήποτε και οποιουδήποτε. Υπό το πρίσμα όλων όσων αναφέραμε, δεν πρόκειται ποτέ να δεχτούμε, στο όνομα της ενδεχόμενης καταπίεσης κάποιων άλλων, να αυξηθεί η ένταση της δικής μας καταπίεσης. Ο αγώνας που δίνουμε για την απελευθέρωση των σωμάτων και της ανωμαλίας μας είναι ασφαλώς ένας αγώνας που δίνεται με τους ιδιαίτερους όρους που είμαστε κατασκευασμένοι ως ομοφυλόφιλοι στη σύγχρονη Δυτική κοινωνία. Ταυτόχρονα, όμως, είναι μια πρόσκληση σε άλλες ανωμαλίες να μας ακολουθήσουν σε αυτή τη χυδαία πορεία απελευθέρωσης, όπως την αντιλαμβανόμαστε εμείς. Απλώνουμε ενδεχομένως το χέρι, διαθέτουμε μια πρόταση, εντούτοις δεν πρόκειται να περιμένουμε καμία και κανέναν εμπρός στην πραγματοποίηση των αφύσικων σχεδίων μας. Η γκέι ανδρική υποκειμενικότητα – πολύ πέρα από άκαμπτες, δίχως εσωτερική ζωή ταυτότητες – είναι η παιδική χαρά όπου ζούμε, παίζουμε, σχετιζόμαστε, δοξαζόμαστε, ηττούμαστε και πεθαίνουμε. Βρισκόμαστε εδώ, πανέμορφοι, ενώπιον σας, συνεπείς στην ανωμαλία και τη σωματικότητα αυτής της ανωμαλίας, βρισκόμαστε γυμνοί ή ημίγυμνοι εδώ, ενώπιόν σας, και όσο κι αν η θέα μας προκαλεί ενδεχομένως αμηχανία, δυσφορία, πρόκληση, πόνο ή ό,τι άλλο θες, δεν πρόκειται να αδειάσουμε τη γωνιά, δεν πρόκειται να πάμε πουθενά αλλού, δεν πρόκειται να φορέσουμε για μια ακόμη φορά, πειθήνια, τα ρούχα μας, δεν πρόκειται να καλύψουμε αυτό που δώσαμε μάχες για να αγαπήσουμε εν τέλει: το ίδιο το σώμα μας.
Ειναι πολυ συνθετο και ενδιαφερον πολιτικο ζητημα. Διαφορετικες πολιτικες και ανισα τραυματα, κατι το οποιο ειναι και αναμενομενο. Η διαφορετικοτητα δεν σημαινει και αποσταση,αλλα αυτη η αποσταση υπαρχει. Η επιθυμια για αλληλομοιρασμα βιωματων,σκεψεων,τραυματων και πολιτικων αλλα και η επιθυμια να βγουμε απο τη θεση μας με μικρα βηματα και να συν-πορευτουμε εμεις τα διαφορετικα μα ανισου συμβολικου σωματα ειναι θαρρω ενα πρωτο βημα. Ανωμαλα (με θετικο και οχι αρνητικο προσημο) γκει σωματα να χωρευουν σε φεμινιστικο/κουηαρ παρτυ ειναι ενδυναμωτικη πραξη, ομως τα ανωμαλα γκει σωματα κουβαλουν αντρικο συμβολικο και φερνουν στη μνημη οπως και εγινε, τραυματα σε μη αντρικα σωματα.Εγω ως γκει ανωμαλο σωμα οφειλω να σεβαστω κατι τετοιο. οστοσο, η εμφανιση επιθιμιας περιορισμου του γκεη σωματος μου σε τετοιο παρτυ διχνει πως υπαρχουν σχεσεις εκει μεσα που δεν εχουν δουλευτει, σχεσεις που θα προσφεραν -αμα υπηρχαν- αισθημα ασφαλειας στα μη αντρικα σωματα. Σχεσεις ισον κοινωνικα πλαισια.Αυτο το λεω διοτι οροι που περιγραφουν ανισες θεσεις ζωης/εξουσιας οπως γκεη/κουηαρ/cis ειναι εργαλεια. Aμα χρησιμοποιουνται decontextualized αυτες οι λεξεις/νοηματα/θεσεις παραγουν σχεσεις εξουσιας, ειναι γνωστο πως πολλα κουηαρ ατομα μετρανε και συγκρινουν ποσο αποκειμενα ειναι σε σχεση με τους γυρω τους (βαση σωματος/ταξης/κουλτουρας κτλ). Ποιο ειναι το πολιτικο προταγμα? Να αλληλοσυκγρινουμε τα τραυματα μας ή να πορευομαστε μαζι σχιζοαναλυοντας τα και ενδυναμωνοντας η μια την αλλη και δημιουργοντας το δικο μας θετικο συμβολικο περα απο τις δυιστικες μηχανες ομαλο/ανωμαλο,αντρας/γυναικα, str8/gay, δυτικο/Αλλο…? Αναγνωριση των διιαφορετικων πολιτικων ως κατι θετικο μα με προσωπικες σχεσεις αναμεταξυ μας, κατι τετοιο νομιζω προσφερει καποια κοινα εδαφη συν-διαμορφωσης και συντονισμου πολιτικων.