Les Litanies de Satan

Πουτάνα

Ίσως η προηγούμενη ιστορία να σου θύμισε κάτι. Does it ring a bell, χρυσό μου; Για την παρθενική μου κρούση κρυμμένος στο σώμα μιας γυναίκας με μακριά μαύρα μαλλιά, τα πήγα καλά, δεν νομίζεις;

Πάμε παρακάτω.

Το σκοτάδι πέφτει πάνω από το Σαν Ντιέγκο – κοιτάω τα τραβέλια να βγαίνουν σαν σαλιγκάρια και να ψωνίζονται στο δρομάκι κάτω από το παράθυρό μου. Αυτή την περίοδο μένω μαζί με την Chloe και τη Samantha. Έχουμε ανάψει τη θερμάστρα στο κεντρικό δωμάτιο και προσπαθούμε να ζεσταθούμε, μετρώντας παράλληλα τα δολάρια – σε κέρματα και χαρτονομίσματα χαμηλής αξίας – που διαθέτει το κοινό ταμείο. Και οι δυο τους είναι κρυωμένες, η μύτη τους στάζει και έχουν φωνή που δε συνάδει καθόλου με τα ονόματά τους. Με άλλα λόγια είμαστε απένταρες, τα κορίτσια δεν μπορούν να βγουν να δουλέψουν και το πετρέλαιο τελειώνει. Φοράω μια φαρδιά, ξεχειλωμένη παπουδίστικη ζακέτα και λέμε ιστορίες για να ξεχαστούμε και να περάσει η ώρα. Μα όχι για πολύ.

Η Chloe μού βάφει τα γαμψά νύχια μου σε μια γοτθική έκδοση του μοβ, ενώ η Samantha πειραματίζεται με ένα νέο χτένισμα στα μαλλιά μου. Είναι ασφαλώς τα 80’s κι ενώ έχω αποφύγει επιμελώς τις βάτες και τα συναφή, το μαλλί μου με προδίδει. Για την ακρίβεια, το μαλλί μου υπερβαίνει κάθε στερεότυπο της δεκαετίας στο χιλιαπλάσιο: είναι σγουρό, φουντωτό και τεράστιο – ξεκινά από το μέτωπο, στέκεται ξασμένο και όρθιο πάνω από το κρανίο και πέφτει με χάρη κυματιστά στην πλάτη μου κατεβαίνοντας χαμηλά μέχρι τη μέση. Αφήνομαι στα έμπειρα χέρια των φιλενάδων μου για το μακιγιάζ και κλείνω τα μάτια. Η λαχανί σκιά με τα στρας και το παχύ μολύβι προμηνύουν κάτι δυσοίωνο, ένα βαμμένο πρόσωπο rather fierce αλλά σίγουρα αρμόζον στο drag διάκοσμο του κοινού δωματίου των κοριτσιών. Αν τα κορίτσια είναι άντρες που υποδύονται τις γυναίκες, εκείνο το βραδάκι εγώ γίνομαι γυναίκα που υποδύεται τον άντρα που υποδύεται τη γυναίκα – αν καταλαβαίνεις τι θέλω να πω – και γουστάρω τρελά.

Δεν χρειάζεται να προσέχω πολύ τις οδηγίες τους, τα βασικά τα ξέρω απ’ έξω κι ανακατωτά, ξέρω τις τιμές στην πιάτσα και ξέρω ότι αν το θελήσω πραγματικά – ντυμένη πια με ένα εξώπλατο φορεματάκι και γόβες αιχμηρές σαν στιλέτο – μπορώ να πιάσω και το διπλάσιο κι έτσι να βγάλουμε την εβδομάδα. Μερικές τελευταίες πινελιές στα μάγουλα και off I go από την εξώπορτα έξω στο κρύο της Lanceton Street.

Κοιτάζω από το πεζοδρόμιο τα αυτοκίνητα που περνάνε αργά, ακούω τα κορίτσια που σκύβουν στα παράθυρα να χαχανίζουν κι εγώ στέκομαι στη διασταύρωση πιο κάτω, δυσθεώρητη, παγωμένη και σκοτεινή, όπως αρμόζει σε μια πραγματική dominatrix.

Δεν περνά πολλή ώρα κι ένας πελάτης σταματά αργά τη μαύρη λιμουζίνα του ακριβώς μπροστά μου. Το φυμέ κρύσταλλο της πόρτας κατεβαίνει και μέσα στο ημίφως της καμπίνας διακρίνω ένα ροξάκι που αποδεικνύεται ότι είναι η καράφλα ενός καλοντυμένου σαραντάρη. Για να μην τα πολυλογώ, τα βρίσκουμε στα λεφτά – $400 – και στις κρεβατικές μας συνήθειες. Πριν καλά καλά το καταλάβω έχουμε διακτινιστεί στο δωμάτιο 2085 του Εξέλσιορ Ρίτζενσι Οτέλ, δίπλα στο αεροδρόμιο, εγώ ακόμα μέσα στο φορεματάκι μου κι εκείνος μέσα σε ένα απίστευτα μακρύ άσπρο σώβρακο κι λευκό κασκορσέ.

Ο τύπος φαίνεται πεινασμένος και με χοντρό πορτοφόλι, πράγμα που με κάνει να καβλώνω ακόμα περισσότερο με την ιδέα ότι υπέρ του δέοντος πρόθυμα θα βρεθεί ξαπλωμένος μπρούμυτα με μένα από πάνω. Με το ένα χέρι, λοιπόν, καπνίζω Dunhill και με το άλλο κατεβάζω το Jack Daniels που βρήκα στο ψυγειάκι. Σε μια στιγμή έμπνευσης, που πολύ αργότερα θα αντιγράψουν στις “Νοικοκυρές σε Απόγνωση”, πατάω την πλαδαρή πλάτη του και τα κολομέρια του με τις γόβες μου, ανακουφισμένη που δεν θα χρειαστεί να ανακαλύψει ότι είμαι ένα όχι έμπροσθεν προικισμένο αλλά ένα κανονικό κορίτσι – όσο μπορώ να είμαι κανονική εγώ. Ακούω τα βογκητά της κάβλας του, πράγμα που μου γυρνά τα μυαλά ανάποδα και με κάνει να τον τσαλαπατώ ακόμα πιο δυνατά. Στο μυαλό μου έρχεται, κύριος οίδε γιατί, η σιχαμένη καουμποϊστικη φάτσα του Ronald Reagan, ο τύπος ετοιμάζεται να χύσει κι εγώ ψαρεύω επιδέξια δύο κολλαριστά πεντακοσιοδόλαρα από το ανεπιτήρητο πορτοφόλι του. Brilliant!

Θα απορείς, ίσως, γιατί σου τα διηγούμαι όλα αυτά. Ίσως γιατί έτσι θα αρχίσεις να καταλαβαίνεις ότι δεν έχεις να κάνεις με διοπτροφόρους που σκούζουν how this world sucks από την άνεση του καναπέ κι από την ευκολία του λάπτοπ – αλλά με κάτι way πιο αληθινό, με κάτι που έρπεται μολυσμένα σαν φθορίζουσα ομίχλη, με κάτι που αντλεί τη δύναμή του από τις αρρωστημένες εκκρίσεις εκείνων που έχεις διαγράψει.

Των αδελφών ημών των ελαχίστων. Των Ασθενών.

Leave a Reply

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.